Επιστημονική Ημερίδα: «Πτυχές και Διαδρομές της Σύγχρονης Τουρκίας»

Την Τετάρτη 19 Δεκεμβρίου 2012, στις 18:30, ο Σύλλογος Φίλων του Ιδρύματος Θρακικής Τέχνης και Παράδοσης Κομοτηνής, πραγματοποιεί, στην αίθουσα του Εμπορικού-Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Κομοτηνής, επιστημονική ημερίδα με θέμα:

 «Πτυχές και Διαδρομές της Σύγχρονης Τουρκίας»

Εισηγητές της ημερίδας θα είναι:

·       Ιωάννης Ν. Γρηγοριάδης, Επίκουρος Καθηγητής του Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου Μπίλκεντ  της Άγκυρας,

«Θρησκεία και Πολιτική στην Σύγχρονη Τουρκία»

Η εισήγηση αυτή αναφέρεται στις μεταπτώσεις των σχέσεων θρησκείας και πολιτικής στην σύγχρονη Τουρκία, από το 1923 ως σήμερα. Αντιθέτως με τα συνήθως διακηρυττόμενα, η Τουρκία δεν υπήρξε αμιγώς κοσμικό κράτος. Η έννοια της εκκοσμικεύσεως συνδέθηκε συχνά με τις προσπάθειες του τουρκικού κράτους να διατηρήσει τον απόλυτο έλεγχο των σουνιτικών θρησκευτικών θεσμών, σε αρμονία με τις αντίστοιχες πρακτικές της οθωμανικής περιόδου. Η προσπάθεια του καθεστώτος Εβρέν να επιτύχει έναν ελεγχόμενο εξισλαμισμό της τουρκικής κοινωνίας θα συμβάλει αποφασιστικά στην επικράτηση του τουρκικού πολιτικού Ισλάμ. Αυτή θα διευκολυνθεί από σειρά δημογραφικών, οικονομικών και κοινωνικών αλλαγών που χαρακτηρίζουν την Τουρκία των τελευταίων δύο δεκαετιών

·        Nίκος Μούδουρος, Διδάκτωρ Τουρκικών και Μεσανατολικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Κύπρου,

«Η Τουρκία του ΑΚΡ,- Κοινωνικές και Πολιτισμικές Αλλαγές»

Οι σημαντικές πολιτικές εξελίξεις των τελευταίων χρόνων στην Τουρκία, οδήγησαν στην σχεδόν καθολική άποψη ότι η χώρα αλλάζει. Λαμβανομένων υπόψη των συνεχόμενων εκλογικών επιτυχιών του κυβερνώντος Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ), φυσιολογικά η συζήτηση περί της αλλαγής επικεντρώθηκε στην λογική πλέον υπόθεση ότι ένας βασικός εκφραστής, αλλά και αντικατοπτρισμός των αλλαγών είναι το κόμμα του Πρωθυπουργού Έρντογαν. Η διαπίστωση ότι η Τουρκία αλλάζει, από μόνη της δεν είναι αρκετή. Ο επιστημονικός διάλογος θα πρέπει να συμπεριλάβει την αναζήτηση του περιεχομένου αυτής της αλλαγής. Ποιες είναι λοιπόν οι βαθύτερες μετατοπίσεις στην κοινωνία της Τουρκίας τα τελευταία χρόνια; Πως αντικατοπτρίζονται στο πολιτισμικό και αξιακό πλαίσιο της χώρας; Ιχνηλατώντας την οικονομική και ιδεολογική πραγματικότητα της τελευταίας δεκαετίας, μπορούμε να οδηγηθούμε σε πιο σφαιρικά συμπεράσματα

·       Χρήστος Τεάζης, Λέκτορας του Τμήματος Διεθνών Σχέσεων του Πανεπιστημίου Άγκυρας,

«Η δεύτερη μεταπολίτευση στην Τουρκία»

Οι μη προνομιούχες δυνάμεις, που είχαν μπει στο περιθώριο από την ίδρυση της Τουρκικής Δημοκρατίας και μετά εκφράστηκαν μέσω του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης, αποτελώντας τη ραχοκοκαλιά της Δεύτερης Μεταπολίτευσης στην Τουρκία.

Για να μπορέσουμε να κατανοήσουμε αυτές τις δυνάμεις θα πρέπει να ανατρέξουμε, όχι μόνο στις ρίζες του κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης, αλλά και στην κοινωνικοοικονομική και κοινωνικοπολιτική νοοτροπία. Για να αναγνωρίσουμε τις ρίζες του κόμματος θα πρέπει να ανατρέξουμε στην πρώτη Μεγάλη Εθνοσυνέλευση. Το βασικό χαρακτηριστικό γνώρισμα που διακρίνει την πρώτη εθνοσυνέλευση ήταν το ‘’αντιπολιτευόμενο ρεύμα’’, ενάντια στις ιδέες του Μουσταφά Κεμάλ και κατ’ επέκταση στην ιδρυτική φιλοσοφία της Τουρκικής Δημοκρατίας. Σχετικά με την κοινωνικοοικονομική νοοτροπία, θα αναφερθούμε, στην περίοδο εμφάνισης και ανάπτυξης του κεφαλαίου της Ανατολίας (Ισλαμικό κεφάλαιο), ενώ για την κοινωνικοπολιτική νοοτροπία, θα επικεντρωθούμε ειδικότερα στις νέες ‘’κόκκινες γραμμές’’ του Τουρκικού κράτους.

Συντονίζει ο Λέκτορας της Νομικής Σχολής του Δ.Π.Θ. Ιωάννης Κτιστάκις,

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΑ ΟΜΙΛΗΤΩΝ

Ο Χρήστος Τεάζης είναι απόφοιτος Παντείου Πανεπιστημίου (Τμήμα Δημόσιας Διοίκησης). Μεταπτυχιακό Δίπλωμα από το Παν/μιο της Άγκυρας (Τμήμα Πολιτικών Επιστημών) με τίτλο: »Το κόμμα Εθνικιστικής Δράσης (Γκρίζοι Λύκοι) επί αρχηγίας Ντεβλέτ Μπαχτσελί (1997-2001)». Διδάκτωρ του Πανεπιστημίου Άγκυρας (Τμήμα Πολιτικών Επιστημών-2010) με θέμα »Kόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ): Ο μετασχηματισμός της οικονομίας και της πολιτικής στην Τουρκία». Η διδακτορική διατριβή, εξεδόθη ως βιβλίο με τίτλο »Η Δημοκρατία της Ομάδας των Δεύτερων: Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ)» (κυκλοφορεί η 2ηέκδοση στην Τουρκία). Τον Ιανουάριο του 2013 θα εκδοθεί στα ελληνικά από τον εκδοτικό οίκο Πατάκη με τίτλο: »Η Δεύτερη Μεταπολίτευση στην Τουρκία». Μιλά τουρκικά, αγγλικά, οθωμανικά και περσικά. 

Ο Νίκος Μούδουρος γεννήθηκε στην Λευκωσία. Είναι πτυχιούχος του Τμήματος Τουρκικών και Μεσανατολικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Κύπρου. Οι μεταπτυχιακές του σπουδές ολοκληρώθηκαν με έναν μεταπτυχιακό τίτλο από το SOAS του Πανεπιστημίου του Λονδίνου και με ένα διδακτορικό τίτλο από το Τμήμα Τουρκικών και Μεσανατολικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Κύπρου. Εργάζεται ως συνεργάτης του Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας, Δημήτρη Χριστόφια, για τουρκικά και τουρκοκυπριακά θέματα. Τα ερευνητικά του ενδιαφέροντα επικεντρώνονται στην σύγχρονη ιστορία της Τουρκίας, καθώς και της Τουρκοκυπριακής κοινότητας. Έχει διδάξει ως ειδικός επιστήμονας στο Τμήμα Τουρκικών και Μεσανατολικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Κύπρου, προσφέροντας μαθήματα γύρω από θέματα όπως το σύγχρονο τουρκικό πολιτικό Ισλάμ, ο κεμαλισμός και η αστική τάξη στην Τουρκία. Είναι συγγραφέας του βιβλίου «Ο μετασχηματισμός της Τουρκίας. Από την κεμαλική κυριαρχία στον ‘ισλαμικό’ νεοφιλελευθερισμό». Είναι μέλος του επιστημονικού συμβουλίου του Ινστιτούτου Ερευνών Προμηθέας και αρθρογραφεί συχνά τόσο σε ελληνοκυπριακές, όσο και σε τουρκοκυπριακές εφημερίδες.

Ο Δρ. Ιωάννης Ν. Γρηγοριάδης είναι Επίκουρος Καθηγητής του Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου Μπίλκεντ  της Άγκυρας και Επιστημονικός Συνεργάτης του ΕΛΙΑΜΕΠ. Είναι απόφοιτος του Τμήματος Νομικής της Σχολής Νομικών, Οικονομικών και Πολιτικών Επιστημών του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Είναι κάτοχος μεταπτυχιακού τίτλου διεθνών σχέσεων και πιστοποιητικού εξειδικεύσεως στις μεσανατολικές σπουδές από το Columbia University. Το 2005 ολοκλήρωσε με επιτυχία την διδακτορική του διατριβή στις πολιτικές επιστήμες στο School of Oriental and African Studies, University of London. Έχει εργασθεί ως επιστημονικός συνεργάτης στα πανεπιστήμια  Columbia και Οξφόρδης. Μεταξύ 2004 και 2009 δίδαξε στα πανεπιστήμια Sabanci, Isik και το Πανεπιστήμιο Αθηνών. Έχει δημοσιεύσει δεκάδες μελέτες και το τελευταίο του βιβλίο είναι το ΅Θρησκεία και Εθνικισμός σε Ελλάδα και Τουρκία: Μια «Ιερά Σύνθεση».

Η ημερίδα πραγματοποιείται υπό την αιγίδα του Ιδρύματος Θρακικής Τέχνης και Παράδοσης στην αίθουσα του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Ροδόπης οδός Βασ. Γεωργίου 2Β, στην Κομοτηνή.

ΙΔΡΥΜΑ ΘΡΑΚΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ & ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ
Κτήριο 1 – Οδ. Ανδρούτσου & 12 Αποστόλων, τηλ.: 25410 29282, fax.: 25410 62086
Κτήριο 2 – Καπνεργατών 9, τηλ.:25410 26635, fax.: 25410 84647 Τ.κ. 67 100, Ξάνθη,

Μια τρόικα που μιλά τουρκικά!

Τουρκόϊκα: η ονομασία (με προφανή τα υπονοούμενα) για τον τριμερή μηχανισμό της Άγκυρας, ο οποίος «εμπνεύστηκε» το οικονομικό πρωτόκολλο Τουρκίας-κατεχομένων για την περίοδο 2013-2015. Αποτελείται από το τμήμα κυπριακών υποθέσεων της τουρκικής πρωθυπουργίας, την επιτροπή βοήθειας της τουρκικής πρεσβείας στα κατεχόμενα και τη γενική διεύθυνση δημοσιονομικού ελέγχου και προϋπολογισμού του τουρκικού υπουργείου δημοσιονομικών.

Το οικονομικό πρωτόκολλο υπογράφτηκε σε μια τυπική εκδήλωση στην Άγκυρα στις 4 Δεκεμβρίου 2012 και αποτελεί συνέχεια της ευρύτερης στρατηγικής που ακολουθεί η κυβέρνηση Έρντογαν στα κατεχόμενα, ιδιαίτερα μετά τα δημοψηφίσματα του 2004. Το συγκεκριμένο πακέτο μέτρων στοχεύει στην «μακροοικονομική σταθερότητα», στον «εξορθολογισμό των δημοσιονομικών», στην «ανταγωνιστικότητα» της οικονομίας και στην ενίσχυση του ιδιωτικού τομέα.

Μερικές από τις σημαντικότερες πρόνοιες του πρωτοκόλλου επικεντρώνονται στο ζήτημα των ιδιωτικοποιήσεων.

  • Επιβάλλεται η ιδιωτικοποίηση της διαχείρισης των λιμανιών και η διασφάλιση της ιδιωτικής ιδιοκτησίας νέων που πιθανόν να δημιουργηθούν.
  • Σχεδιάζεται η ιδιωτικοποίηση των τηλεπικοινωνιών και του ηλεκτρισμού, ενώ με την πρόνοια για υποθαλάσσια μεταφορά ηλεκτρικής ενέργειας και νερού από την Τουρκία, συμπληρώνεται ένας μεγάλος άξονας μετατόπισης στρατηγικών τομέων στον έλεγχο του τουρκικού κεφαλαίου. Να σημειωθεί ότι το αεροδρόμιο της Τύμπου έχει ήδη ιδιωτικοποιηθεί.
  • Στοιχείο περαιτέρω ενσωμάτωσης αποτελεί και η ρύθμιση για ενοποίηση των συστημάτων «συνοριακών ελέγχων» Τουρκίας και κατεχομένων.
  • Στο κομμάτι που αφορά στην ενίσχυση του ιδιωτικού τομέα, θα μπορούσαν να προστεθούν και οι σχεδιασμοί για δημιουργία του Συμβουλίου Εξαγωγών και του Συμβουλίου Συντονισμού και Βελτίωσης Επενδυτικών Συνθηκών, τα οποία προοπτικά θα συμπληρώνουν την δραστηριότητα του Συμβουλευτικού Συμβουλίου Ξένων Επενδύσεων, μια δομή με καθοριστικό ρόλο των συνδέσμων Τούρκων επιχειρηματιών και βιομηχάνων.

Η ενίσχυση της παρουσίας του τουρκικού κεφαλαίου αντικατοπτρίζεται επίσης σε νομοθετικές ρυθμίσεις που απαιτεί το πρωτόκολλο όπως:

  • η διευκόλυνση Τούρκων πολιτών σε αγοραπωλησίες ακίνητης περιουσίας, η κατάργηση δασμών σε πολλά εισαγόμενα προϊόντα, η παροχή κινήτρων για οικοδόμηση νέων ξενοδοχειακών μονάδων (π.χ στην περιοχή Βοκολίδας, άνω του 70% των ξενοδοχείων είναι ιδιοκτησίας τουρκικών ομίλων επιχειρήσεων), καθώς και η ενθάρρυνση μεταφοράς περισσότερων τμημάτων τουρκικών πανεπιστημίων.
  • Το πρωτόκολλο συμπληρώνεται από μέτρα όπως η μείωση προσλήψεων στο «δημόσιο», κατάργηση εφάπαξ, επιμήκυνση των ωραρίων δουλειάς, αποδυνάμωση της συνδικαλιστικής οργάνωσης.

Με λίγα λόγια, επιδιώκεται ένας ολοκληρωτικός μετασχηματισμός του ψευδοκράτους, ο οποίος εκπηγάζει από ένα ευρύτερο πλαίσιο. Από τη μια είναι τα ιδεολογικο-πολιτικά νάματα του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης, τα οποία φέρνουν στο προσκήνιο μια ανανεωμένη έκφραση της τουρκοισλαμικής σύνθεσης και του νεοφιλελευθερισμού. Από την άλλη είναι η κατανόηση ότι το ψευδοκράτος δεν μπορεί να είναι βιώσιμο με τον τρόπο που υπήρχε μέχρι σήμερα.

Όμως πέραν του περιεχομένου του πρωτοκόλλου όπως περιγράφηκε πιο πάνω, σημαντική παραμένει η αποκωδικοποίηση της επιδίωξης νομιμοποίησης αυτού του μετασχηματισμού. Η τουρκική κυβέρνηση σε αυτή την περίπτωση αποτελεί τον «εξωτερικό παράγοντα» πολιτικής και οικονομικής επιβολής προς τους Τουρκοκύπριους. Παραχωρεί τα κονδύλια, αλλάζει τους προσανατολισμούς τους προς την ιδιωτική επιχειρηματικότητα και θέτει όρους. Διαμέσου του πρωτοκόλλου ξεδιπλώνει το δικό της «όραμα» κοινωνικο-οικονομικής ανάπτυξης, εξάγει το δικό της μοντέλο εκσυγχρονισμού και επιδιώκει την μακροημέρευση και σταθερότητα του νέου καθεστώτος που οικοδομεί. Την ίδια στιγμή όμως συνειδητοποιεί ότι η εξωτερική επιβολή από μόνη της δεν μπορεί να εμβαθύνει το μετασχηματισμό του πεδίου. Για αυτό αναζητά τους «εσωτερικούς παράγοντες» νομιμοποίησης, εκείνο το τμήμα της κοινωνίας που θα υιοθετήσει το συγκεκριμένο μοντέλο εκσυγχρονισμού και θα το παρουσιάσει ως τουρκοκυπριακής «προέλευσης».

Στο σημείο αυτό, η αναζήτηση αφορά στην απόσπαση πολιτικής συναίνεσης από την Τουρκοκυπριακή κοινότητα. Μια ηθελημένη συναίνεση που θα μετατρέψει το πρωτόκολλο όχι μόνο ως μια αναπόφευκτη διαδικασία, αλλά και ως μια αναγκαία μορφή διοίκησης, μια «ορθολογική» επιλογή. Επομένως το στοιχείο του «ορθολογισμού», η έννοια της «κοινής λογικής» και του «αναπόφευκτου», στην περίπτωση αυτή, ταιριάζουν και με το στόχο οι Τουρκοκύπριοι να διάγουν την υποτέλειά τους «ηθελημένα» και «συνειδητά». Σήμερα ο χώρος μέσα από τον οποίο επιδιώκεται η οικοδόμηση αυτού του τύπου ηγεμονίας, είναι η τουρκοκυπριακή Δεξιά και το Κόμμα Εθνικής Ενότητας.   

Θα πρέπει όμως να σημειωθεί ότι όλες οι πιο πάνω εξελίξεις, έχουν ήδη απελευθερώσει πολυσύνθετες δυναμικές. Ένα μεγάλο τμήμα της Τουρκοκυπριακής κοινότητας δεν αποδέχεται ούτε την επιβολή, ούτε τη μέθοδο απόσπασης συναίνεσης για την υλοποίηση του πρωτοκόλλου. Η σημασία της διαπίστωσης δεν έγκειται σε κάποια πρόβλεψη αποτυχίας εφαρμογής του συγκεκριμένου προγράμματος. Έγκειται κυρίως στο ότι οι αντιδράσεις των Τουρκοκυπρίων προς το νέο πρωτόκολλο, έχουν διανοίξει ένα ακόμα πεδίο δημοκρατικών διεκδικήσεων για μια διαφορετική σχέση της κοινότητας με τον «εξωτερικό παράγοντα» επιβολής (Τουρκία). Έχουν δημιουργήσει ένα επιπλέον πεδίο κοινών προβληματισμών και ανησυχιών με τους Ελληνοκύπριους στη βάση κοινωνικών συμφερόντων.
Υ.Γ: Η οποιαδήποτε ομοιότητα με την ελληνοκυπριακή πραγματικότητα (σαφώς) δεν είναι τυχαία.
Νίκος Μούδουρος

Δημοσιεύθηκε στο Cyprusnews.eu, 12.12.2012
http://cyprusnews.eu/nikosmoudouros/767474-2012-12-11-22-45-06.html

 

 

 

 

 

Ανάδυση ελπίδων στην ανατολική Μεσόγειο: Και όμως κινείται…

Αντί-ισλαμικά κινήματα, ταξικές αντιδράσεις και τριγμοί στις μοναρχίες

Η είδηση της εβδομάδας ήταν σαφώς η έμμεση αναγνώριση της Παλαιστίνης. Αν και η πλειοψηφία ήταν μάλλον σίγουρη, αυτό που προκάλεσε αίσθηση ήταν το μέγεθος της απομόνωσης του Ισραήλ. Ακόμα και παραδοσιακοί του σύμμαχοι στην Ευρώπη, κράτησαν απόσταση από την εκστρατεία δολοφονιών στην Γάζα. Τελικά, έβγαλε και ο Αμπάς ένα κέρδος από την κρίση στη Γάζα, καθώς η αναγνώριση της Παλαιστίνης καταγράφεται στα θετικά της πολιτικής του. Αν και είναι αμφίβολο αν η αμφισβήτηση του θα υποχωρήσει. Στο εσωτερικό του Ισραήλ, η διεθνής απομόνωση προκάλεσε νέα εσωστρέφεια με τάσεις «εκδίκησης» απέναντι στους Παλαιστινίους – με ανακοίνωση λ.χ. νέων σπιτιών για έποικους και μη μεταφορά οφειλομένων κεφαλαίων προς τις παλαιστινιακές αρχές. Βέβαια, οι τάσεις θα διαφανούν στις επερχόμενες εκλογές.

Σε ένα δεύτερο πλάνο, η εβδομάδα χαρακτηρίσθηκε από ένταση και στην Αίγυπτο και την Τυνησία, καθώς οι ετερόκλητες δυνάμεις που συνεργάστηκαν για την ανατροπή των αυταρχικών φιλοδυτικών καθεστώτων αρχίζουν, πια, να διαχωρίζονται. Και η ένταση των δυο τάσεων επανεμφανίσθηκε και στην Τουρκία που η αντιπαράθεση κοσμικών  ισλαμιστών δεν περνά πια από την εύκολη αντιπαράθεση εκδημοκρατιστών ισλαμιστών και αυταρχικών στρατιωτικών, αλλά από το δικαίωμα της γυναίκας στο σώμα της, όπως στην περίπτωση του δικαιώματος για άμβλωση. Μια τρίτη παράμετρος αφορά στην σταδιακή άνοδο ταραχών στα εμιράτα του κόλπου.

Η Ιστορία δικαιώνει την Παλαιστίνη

Η Πέμπτη, 29 Νοεμβρίου, αποτελεί ιστορική στιγμή για την Παλαιστίνη, αφού μετά από 65 χρόνια, τα μέλη των Ηνωμένων Εθνών υπερψήφισαν με 138 ψήφους υπέρ για απόκτηση καθεστώτος κράτους παρατηρητή μη μέλους. Κατά ψήφισαν εννιά μέλη (Ισραήλ, ΗΠΑ, Καναδάς, Παναμάς, Τσεχία, Παλάου, Ναουρού, Μικρονησία και Νησιά Μάρσιαλ), ενώ 41 ψήφισαν αποχή. Ενώ ο Παλαιστίνιος πρόεδρος Μαχμούντ Αμπάς θεώρησε το γεγονός ως την τελευταία ευκαιρία για τη διάσωση της λύσης δύο κρατών, το Ισραήλ και οι ΗΠΑ το χαρακτήρισαν ως ατυχές και επιζήμιο για τις ειρηνευτικές διαδικασίες. Επιπρόσθετα, ο Ισραηλινός Πρωθυπουργός Βενιαμίν Νετανιάχου κατηγόρησε τον Αμπάς για ‘ψευδή προπαγάνδα’ κατά του Ισραήλ και την ομιλία του Παλαιστίνιου προέδρου ως  ‘δυσφημιστική και δηλητηριώδη’ .

Παρόλα τα σχόλια, η επιτυχία της Παλαιστίνης πέραν από ιστορική, αποτελεί πολιτική, διπλωματική και συμβολική νίκη που επαναφέρει τους Παλαιστινίους στη διεθνή πολιτική κοινότητα ως κρατική οντότητα πέραν από εθνική κοινότητα, με δυνατότητα διεκδίκησης συμμετοχής σε διεθνείς οργανισμούς όπως το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο (παρόλο ότι διασαφηνίστηκε ότι κάτι τέτοιο θα συμβεί σε περίπτωση επίθεσης του Ισραήλ εναντίον τους), κάτι το οποίο προκαλεί ανησυχία στο Ισραήλ. Πολιτικά, αποτελεί την έμμεση αναγνώριση Παλαιστινιακού κράτους με κατ’ επέκταση συνέπειες στις διαπραγματεύσεις για το μεσανατολικό, παρά το μεγάλο δρόμο που απομένει μέχρι τη δημιουργία παλαιστινιακού κράτους.

Ως άμεση απάντηση – αντίδραση, η κυβέρνηση Νετανιάχου έσπευσε να ανακοινώσει σχέδια για νέους ισραηλιτικούς οικισμούς στην Ανατολική Ιερουσαλήμ και στη Δυτική Όχθη, κάτι το οποίο προκάλεσε την έντονη ανησυχία των συμμάχων του, ΗΠΑ και Βρετανία. Οι τελευταίοι προχώρησαν σε κάλεσμα της ισραηλινής κυβέρνησης να ανακαλέσει την απόφαση, κάτι το οποίο συμμερίζεται και η Γαλλία, αφού θεωρείται σοβαρό εμπόδιο στην εξεύρεση λύσης.

Τα διευρυνόμενο χάσμα ισλαμιστών και κοσμικών: από την Αίγυπτο στην Τουρκία

Στην Αίγυπτο που μονοπώλησε το διεθνές ενδιαφέρον, η συμμαχία κοσμικών, αριστερών και άγριας νεολαίας κατάφερε να κατεβάσει 200,000 διαδηλωτές στην πλατειά Ταχρίρ και να μονοπωλήσει τους δρόμους για μια εβδομάδα. Οι ισλαμιστές επανεμφανίστηκαν το Σάββατο με μαζικές διαδηλώσεις – ιδιαίτερα στο Κάιρο, σε μια προσπάθεια να ασκήσουν πίεση στο ανώτατο δικαστήριο να αποδεχθεί την προκήρυξη άμεσου δημοψηφίσματος για το ισλαμικών προδιαγραφών σύνταγμα. Οι δυο τάσεις παρέμειναν σε διαχωρισμένους χώρους. Αντίθετα, στην Αλεξάνδρεια ισλαμιστές και αντί-ισλαμιστές συγκρούστηκαν στους δρόμους, αποκαλύπτοντας και το μέγεθος του χάσματος, το οποίο ανοίγεται πια στην κοινωνία.

Η δυσφορία με τους ισλαμιστές εκφράστηκε και στην Τυνησία, όπου ξέσπασαν μαζικές διαδηλώσεις ενάντια στην οικονομική πολιτική. Οι διαδηλώσεις αντιμετωπίστηκαν με αστυνομική βία, αλλά αποκαλύπτουν και εκεί το διαφαινόμενο κοινωνικό και πολιτισμικό χάσμα.

Ακόμα και στην Τουρκία η ένταση φαίνεται να αποκτά νέες μορφές έκφρασης.

Μετά τις έντονες κινητοποιήσεις οργανώσεων κατά της κυβέρνησης Ερτογάν και των αποφάσεών της σχετικά με τον περιορισμό και ποινικοποίηση του δικαιώματος στην άμβλωση, που τελικά δεν θεσμοθετήθηκε, στις αρχές του Νοέμβρη τέσσερις γυναίκες ακτιβίστριες προσήχθησαν ενώπιον δικαστηρίου στην Κωνσταντινούπολη, με την κατηγορία για μη εξουσιοδοτημένης διαδήλωσης. Οι γυναίκες που προέρχονται από την ακτιβιστική ομάδα Halkevleri και κατηγορούνται με άλλα 80 άτομα για παρόμοιες κινητοποιήσεις στην Άγκυρα και στο Εσκίσιεχίρ, αντιμετωπίζουν – σε περίπτωση καταδίκης τους – μέχρι και τρία χρόνια φυλάκισης.

Υπενθυμίζεται ότι ο Ερτογάν είχε αποκαλέσει την άμβλωση ως «φόνο», με τον ισχυρισμό ότι οι τουρκικές οικογένειες θα ‘έπρεπε’ να αποκτούν τουλάχιστον τρία παιδιά, ώστε να ανανεωθεί η αγορά εργασίας στην Τουρκία λόγω της γήρανσης του πληθυσμού στην Ευρώπη και ταυτόχρονα, για να μπορεί ο τουρκικός πληθυσμός να είναι υπεράριθμος του κουρδικού, ο οποίος σημειώνει αυξητικές τάσεις. Χιλιάδες άνθρωποι είχαν τότε επαναφέρει στο προσκήνιο την υπόθεση του Κουρδικού χωριού Uludere (αφού χαρακτηρίστηκε ως  σφαγή Κούρδων κυρίως αμάχων ) και απάντησαν στον Ερτογάν και στον Υπουργό Υγείας, Ρετζιέπ Ακνταά, ότι «αφορά στο σώμα τους και είναι επιλογή τους, και όχι του υπουργού, του Πρωθυπουργού, της οικογένειας ή του άντρα».

Τα γεγονότα αυτά φαίνεται να συνδέονται, αφού έχουν ως κοινή συνισταμένη το κουρδικό ζήτημα, το οποίο στην πρώτη περίπτωση, υπενθύμισε τις πολιτικές της Τουρκίας κατά των Κούρδων που προφανώς διέπουν διάφορες κοινωνικές παραμέτρους.

http://www.midanmasr.com/en/article.aspx?ArticleID=242
http://europeanprochoicenetwork.wordpress.com/2012/11/
http://www.businessweek.com/news/2012-11-06/turkish-women-on-trial-for-protesting-plan-to-restrict-abortion

Τα εμιράτα και η επιλεκτική τους ευαισθησία

Την εβδομάδα που πέρασε, πραγματοποιήθηκαν νέες διαδηλώσεις και καταστολή στο Μπαχρέιν, ενώ έγιναν και οι εκλογές στο Κουβέιτ.

http://www.bbc.co.uk/news/worldmiddleeast-20571958

Η αντιπολίτευση μποϋκόταρε τις εκλογές και το ποσοστό συμμετοχής ήταν δραματικά χαμηλότερο από τις προηγούμενες – σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία έπεσε από το 60% στο 39%, ενώ η αντιπολίτευση ισχυρίζεται ότι μειώθηκε ακόμα πιο κάτω και από το 30%. Σε μια κίνηση, ωστόσο που αναμένεται να προκαλέσει και ένταση με τα υπόλοιπα εμιράτα και την Σαουδική Αραβία, η σιητική αντιπολίτευση, η οποία συμμετείχε στις εκλογές – αφού ο κύριος μοχλός της αποχής ήταν οι σουνίτες ισλαμιστές που βγήκαν ενισχυμένοι.

Λίγο δίπλα στο Κατάρ επιτράπηκε μια διαδήλωση ξένων ακτιβιστών για το περιβάλλον, η οποία, όμως, συμπεριλάμβανε και συνθήματα για δικαιώματα των εργαζομένων, οι οποίοι στο Κατάρ ανέρχονται μέχρι και 85% αλλοδαποί. Η πιο ενδιαφέρουσα και αποκαλυπτική είδηση ωστόσο, ήταν η επιβεβαίωση της ισόβιας καταδίκης ενός ποιητή, ο οποίος άσκησε κριτική στον εμίρη. Προφανώς, ο Αλ Τζαζίρα ενδιαφέρεται για την δημοκρατία στη Συρία, αλλά όχι στο Κατάρ ή στο Μπαχρέιν.

http://www.euronews.com/newswires/1743366-qatari-poet-gets-life-in-prison-for-urging-uprising-lawyer/

Στη Συρία συνεχίζεται η επέμβαση και το αδιέξοδο των ισλαμιστών, ενώ το κατασκευασμένο θέαμα επιμένει στα κλισέ, παραβλέποντας τα τεκμήρια

Η εβδομάδα που πέρασε ήταν συνηθισμένη για τη Συρία. Υπήρξαν βομβιστικές επιθέσεις στη Χομς, επιβεβαιώνοντας ότι οι ισλαμιστές δεν έλεγχαν το τέως «προπύργιο», ενώ υπήρξαν και επιθέσεις στην περιοχή του αεροδρομίου της Δαμασκού. Οι δυτικές χώρες παρέχουν, επίσης, βοήθεια στους ισλαμιστές, παρά τη δημόσια πια παραδοχή και του Human Rights Watch ότι χρησιμοποιούν παιδιά ως ανθρώπινες ασπίδες – εξού και η μόνιμη προπαγάνδα από την αρχή της κρίσης στα «παιδιά». Κυκλοφόρησε και μια αξιοσημείωτη ανάλυση για το πώς συγκαλύφθηκαν και οι ευθύνες των ισλαμιστών στη σφαγή στη Χούλα και πως το ζήτημα κατασκευάστηκε ως θέαμα από τα δυτικά ΜΜΕ σε συνεργασία με τα ανάλογα των εμιράτων:

http://www.4thmedia.org/2012/11/29/why-is-the-unsmis-houla-report-missing/

Δέφτερη Ανάγνωση, 4.12.2012

Κι’ όμως… υπάρχουν εξελίξεις στο Κυπριακό!

Στις σημερινές συνθήκες ένα κείμενο για το Κυπριακό φυσιολογικά δεν κερδίζει την προσοχή του κοινού. Βέβαια αυτό το δεδομένο δεν εμποδίζει καθόλου τις εξελίξεις, οι οποίες μάλιστα έχουν πολύ συγκεκριμένες και πρακτικές συνέπειες. Χαρακτηριστική ήταν η πρόσφατη εξέλιξη της αγοράς μέρους ελληνοκυπριακής γης του ξενοδοχείου Acapulco από Τουρκοκύπριο επιχειρηματία και μάλιστα απευθείας από τον ιδιοκτήτη της. Πέραν των νομικών διαστάσεων, το θέμα περιέχει τέτοιες δυναμικές ικανές να «ταράξουν τα λιμνάζοντα νερά», ιδιαίτερα με φόντο τις μελλοντικές εξελίξεις. Όμως η περιεκτική ανάγνωση του προαναφερθέντος περιστατικού απαιτεί καταρχήν να γυρίσουμε δύο χρόνια πίσω σε μια επίσης σημαντική εξέλιξη.

Μήνας Νοέμβριος του 2010. Σύσκεψη στην Άγκυρα μεταξύ του Ντερβίς Έρογλου και του Αμπντουλλάχ Γκιούλ. Το βασικό θέμα ήταν η μελέτη τρόπων με τους οποίους η επιτροπή αποζημιώσεων στα κατεχόμενα θα γίνει πιο «λειτουργική και αποτελεσματική». Η εν λόγω συνάντηση μπορεί να θεωρηθεί ως σημείο καμπής στις θέσεις της Τουρκίας αναφορικά με ένα τόσο σημαντικό ζήτημα του Κυπριακού όπως είναι το περιουσιακό.

Μεταξύ των στόχων της Άγκυρας έτσι όπως αντικατοπτρίστηκαν στη συγκεκριμένη φάση, ήταν η ενθάρρυνση περισσότερων Ελληνοκυπρίων να αποταθούν στην επιτροπή αποζημιώσεων, η παράλληλη διασφάλιση της οικονομικής βιωσιμότητας της επιτροπής για να μπορεί να προσανατολιστεί περισσότερο σε αποζημιώσεις, καθώς και η περαιτέρω αναβάθμιση της προσπάθειας για προσέλκυση ξένου κεφαλαίου για τις περιουσίες που εξετάζονται από την επιτροπή. Προς αυτές τις κατευθύνσεις δεν ήταν καθόλου τυχαίες και δύο άλλες στρατηγικές αποφάσεις που άρχισαν να υλοποιούνται: Η πρώτη ήταν η εμπλοκή του τουρκικού τραπεζικού κεφαλαίου στην ενίσχυση της οικονομικής βιωσιμότητας της επιτροπής, αλλά και η κατάργηση των εμποδίων για τις τουρκικές τράπεζες στα κατεχόμενα από του να δέχονται ως υποθήκες ελληνοκυπριακές περιουσίες και να παραχωρούν δάνεια στους σημερινούς χρήστες τους. Η δεύτερη απόφαση ήταν η σύσταση του Συμβουλευτικού Συμβουλίου Επενδύσεων με τη συμμετοχή Τούρκων επιχειρηματιών και η απόφασή του για προώθηση των περιουσιών που «καθαρίζουν» από την επιτροπή αποζημιώσεων στη διεθνή αγορά.

Μήνας Νοέμβριος του 2012. Το θέμα του περιουσιακού επανέρχεται με ένα διαφορετικό τρόπο μετά την αγορά μέρους της γης του ξενοδοχείου Acapulco από τον επιχειρηματία Ουνάλ Τσιγανέρ. Η «πράξη» θεωρείται σημαντική εξέλιξη αφού το θέμα διευθετήθηκε απευθείας μεταξύ των εμπλεκομένων με την καταβολή από μέρους του Τουρκοκύπριου αγοραστή, 3 εκατομμυρίων 400 χιλιάδων στερλινών. Αξίζει να σημειωθεί ότι το ποσό αυτό παραχωρήθηκε στον επιχειρηματία από την τουρκική Τράπεζα Εργασίας με όλες τις σχετικές διευκολύνσεις αποπληρωμής.

Αυτές οι δύο σημαντικές εξελίξεις που προαναφέρθηκαν, αποτελούν μέρος μιας ευρύτερης στρατηγικής και φυσιολογικά τίθενται εκτός του πλαισίου της διαπραγμάτευσης. Δηλαδή, είναι εξελίξεις που διαδραματίστηκαν εκτός των «επίσημων συνομιλιών» για συνολική επίλυση του Κυπριακού και που όμως επηρεάζουν με καθοριστικό τρόπο την τελική κατάληξη του ζητήματος. Τουλάχιστον σε ότι αφορά το ομολογουμένως δύσκολο θέμα του περιουσιακού. Αυτός είναι τελικά και ο λόγος που μπορούν να εξαχθούν σοβαρά συμπεράσματα για τις διαχρονικές δυναμικές που δρουν ανεξάρτητα από το τραπέζι των διαπραγματεύσεων, ανεξάρτητα από το πλαίσιο της επιδιωκόμενης ομοσπονδιακής λύσης και που έχουν ως αφετηρία μια «ανίκητη» διάσταση: την παρέλευση του χρόνου.

Σε μια πρώτη παρατήρηση οι δύο εξελίξεις συνδυασμένες με το ευρύτερο πρόγραμμα μετασχηματισμού των κατεχομένων που επιβάλλει η κυβέρνηση Έρντογαν, δημιουργούν τις προοπτικές για την εμφάνιση μιας ιδιότυπης «ελεύθερης αγοράς» στα βόρεια εδάφη της Κύπρου. Η ιδιοτυπία της έγκειται, μεταξύ άλλων, στο ότι συνειδητά ή ασυνείδητα αποξενώνει τον (Ελληνοκύπριο) ιδιοκτήτη από την περιουσία του την οποία και μετατρέπει σε προϊόν διεθνούς διαπραγμάτευσης στις αγορές. Άλλωστε ο στόχος προσέλκυσης ξένου κεφαλαίου στα κατεχόμενα (πέραν του τουρκικού), αποτελεί βασική στρατηγική της μερικής διεθνούς αναβάθμισης των δομών στα κατεχόμενα. «Περιμένω την εκτίμηση από τους ανθρώπους, γιατί αγοράζοντας την περιουσία του Ελληνοκύπριου άνοιξα το δρόμο για αγοραπωλησίες στην Ευρώπη», δήλωσε χαρακτηριστικά ο επιχειρηματίας Ουνάλ Τσιγανέρ πιστοποιώντας τη βαρύτητα της δραστηριότητας του κεφαλαίου στην υπόθεση της αναβάθμισης.

Σε μια δεύτερη παρατήρηση, αυτές οι εξελίξεις οδηγούν ανεξάρτητα από την υποκειμενική βούληση, σε κάποια αντικειμενικά δεδομένα όπως η δημιουργία πολιτικών δομών που θα καλεστούν να υπηρετήσουν ακριβώς αυτή τη νέα κατάσταση πραγμάτων στο περιουσιακό. Συνεπώς η δημιουργία νέων τετελεσμένων επί του εδάφους, η οποία με την παρέλευση του χρόνου οδηγεί και στη δημιουργία τετελεσμένων «επί της συνείδησης», δεν είναι μια αφηρημένη έννοια. Ούτε και αφηρημένη ή ουδέτερη είναι η υπογράμμιση ότι το περιουσιακό αποτελεί κατεξοχήν πολιτικό πρόβλημα που θα επιλυθεί στις συνομιλίες και όχι στα δικαστήρια.    

 

Νίκος Μούδουρος

Cyprus News, 3 Δεκεμβρίου 2012
http://cyprusnews.eu/nikos-moudouros/740502-2012-12-02-23-30-42.html

Μέση Ανατολή: Το Ισραήλ μόνο και ο Μόρσι ανακάλυψε ότι ο Φαραώ είναι μάλλον νεκρός

Μέση Ανατολή: το Ισραήλ νοιώθει ένα ψυχρό αέρα μοναξιάς, ενώ ο Μόρσι ανακαλύπτει ότι ο Φαραώ είναι μάλλον νεκρός

Η Ισραηλιτική εκστρατεία εναντίον της Γάζας τελείωσε σαν φιάσκο. Μετά από τις βαρύγδουπες δηλώσεις ότι «δεν θα σταματήσει η εκστρατεία μέχρι να ζητήσει έλεος γονατιστή η Χαμάς», το Ισραήλ δέχτηκε εκεχειρία, καθώς έβλεπε πυραύλους να έρχονται από τη Γάζα, ενώ στην ίδια την περιοχή, ξαφνικά, πήγαιναν πρωθυπουργοί και Υπουργοί Εξωτερικών, περιφρονώντας επιδεικτικά το ισραηλιτικό εμπάργκο. Όπως παρατήρησαν αρκετοί, το Ισραήλ φάνηκε να είχε προσφέρει την ευκαιρία για διεθνή νομιμοποίηση της Χαμάς.

http://www.counterpunch.org/2012/11/23/thebigwinnerishamas/

Τουλάχιστον στον Λίβανο το 2006, το Ισραήλ πολέμησε και ηττήθηκε. Εδώ, μπορούσε να περηφανευτεί κάπως, ότι το σύστημα αντιμετώπισης των πυραύλων είχε μεγάλο βαθμό επιτυχίας – αλλά και πάλι έπεφταν πύραυλοι στα προάστια των πόλεων του. Όμως, το διεθνές πλαίσιο ήταν εντυπωσιακό: το Ισραήλ βρέθηκε να έχει μεν υπεροπλία και να μην του την αμφισβητούν τα γεγονότα, αλλά αυτό ακριβώς το γεγονός προκαλούσε, τώρα πια, οργή στο εξωτερικό. Οι διαδηλώσεις ήταν έντονες και τα αραβικά καθεστώτα δεν μπορούσαν πια να αντισταθούν εύκολα με τα τανκ.

Όταν έγινε εκεχειρία, ακόμα και με την έκρηξη σε ένα λεωφορείο στο Ισραήλ, ήταν σαφές ότι το Ισραήλ δεν είχε περιθώριο ελιγμών. Η Γάζα την οποία είχε επισκεφθεί πριν λίγο καιρό ο εμίρης του Κατάρ, ως ο πρώτος επίσημος επισκέπτης, ξαφνικά γέμισε από επισκέψεις Υπουργών Εξωτερικών αραβικών χωρών. Ακόμα και αυτών που ανησυχούν για την πιθανότητα δημιουργίας μοντέλων όπως της Χαμάς, να αμφισβητήσουν τις μοναρχίες τους. Στο τέλος, η εκεχειρία έγινε με την μεσολάβηση της Αιγύπτου μετά από επίσκεψη και της αμερικανίδας Υπουργού Εξωτερικών. Αλλά η Κλίντον, μάλλον, θα μετέφερε ιδιωτικά τη θέση ότι το Ισραήλ δεν είχε πια τη δυνατότητα να κάνει μια σφαγή, ανάλογη του 2008. Έπρεπε να σταματήσει. Ήδη, η Χαμάς είχε βγει κερδισμένη και γιατί μερικοί πύραυλοι της πέρασαν το σύστημα άμυνας του Ισραήλ, αλλά και μόνο γιατί αντιστεκόταν. Αυτό προκαλούσε, ήδη, τριγμούς στην δυτική όχθη, όπου ο Αμπάς δεν είχε να δείξει τίποτα μετά από τόσα χρόνια υποχωρήσεων. Και όταν, πρόσφατα η Χιζμπολάχ απείλησε ότι θα μπορούσε να εκτοξεύσει μια βροχή από πυραύλους στις ισραηλιτικές πόλεις, η αλλαγή ισορροπιών στη περιοχή φαινόταν πια καθαρά – και το Ισραήλ βοηθούσε τους σκληροπυρηνικούς του αντίπαλους. Αλλά, δεν μπορούσε πια να τους περιγράφει ως ακραίους και να τους χρησιμοποιεί ως ένδειξη, ότι εκείνο είναι λογικό. Οι Υπουργοί Εξωτερικών των αραβικών χωρών στη Γάζα ήταν ένα γεγονός που άλλαξε το τοπίο.

Ο άλλος χαμένος ήταν η Τουρκία. Παρά τη δραματική της θέση στο πλευρό των Παλαιστινίων, το Ισραήλ αρνήθηκε να τη δεχθεί ως συνομιλητή – και έτσι στη θέση της εμφανίστηκε η Αίγυπτος, που έχει έτσι και αλλιώς καλύτερη πρόσβαση στη Χαμάς. Η ελπίδα του Ερτογάν ότι θα λειτουργούσε ως ηγεμονική φιγούρα στα νέα ισλαμικά κινήματα, φάνηκε ξανά σαν φευγαλέα φαντασίωση – το Κατάρ είχε πατήσει πρώτο πόδι στη Γάζα, η Αίγυπτος εμφανίστηκε ως διαμεσολαβητής, ενώ η Τουρκία ζητούσε πυραύλους πάτριοτ από τη δύση για τα σύνορά της με τη Συρία. Ήταν μια άβολη στιγμή και πάλι. Και η ελάχιστη προσοχή, που προσέλκυσε  αυτές τις μέρες, ο Νταβούτογλου είναι εκφραστική των μετατοπίσεων.

Ο Μορσι της Αιγύπτου για λίγες ώρες και μέρες, βρέθηκε να απολαμβάνει ένα νέο ρόλο, στον οποίο τον σπρώξε η συγκυρία. Ανακοινώθηκε δάνειο 4.8 δολαρίων από το ΔΝΤ, ενώ η συμφωνία με το Ισραήλ, τον έσωσε από τον εξευτελισμό να παρατηρεί μια σφαγή ανίκανος να δράσει – και αντίθετα του έδωσε και την εικόνα ενός ηγέτη διεθνούς επιπέδου. Βέβαια, ήταν και η συγκυρία – όλες οι αραβικές χώρες πίεζαν την δύση και ήταν αποφασισμένες να προχωρήσουν στη στήριξη της Γάζας, προκαλώντας αλυσιδωτές διεθνείς αντιδράσεις. Έτσι, ο Μόρσι εμφανίστηκε ως διαμεσολαβητής με ρόλο ηγεμονικό στον αραβικό κόσμο. Ήταν παραπλανητική εικόνα. Σε αυτό το πλαίσιο, δοκίμασε να σπρώξει ένα βήμα παρακάτω την συγκέντρωση των εξουσιών στο πρόσωπο του και το κόμμα του. Έτσι, εξέδωσε διάταγμα ότι οι αποφάσεις του είναι ουσιαστικά υπεράνω των δικαστηρίων και ότι η συντακτική συνέλευση για το νέο σύνταγμα, στην οποία κυριαρχεί το κόμμα του, δεν μπορεί να αμφισβητηθεί ή να διαλυθεί.

Θα περίμενε, βέβαια, κάποιες αντιδράσεις. Αλλά η οργή που ξέσπασε στους δρόμους, μάλλον, τον βρήκε και τον ίδιο και το κόμμα του απροετοίμαστους. Στο Κάιρο, ξέσπασαν συγκρούσεις με νεαρούς – μαθητές και άνεργους – να κάνουν επιθέσεις σε κτίρια, ενώ ιδιαίτερα σημαντική ήταν και η επίθεση ενάντια στα γραφεία του Αλ Τζαζίρα. Αυτή η «άγρια «νεολαία υπήρξε και το καθοριστικό στοιχείο της νέας κινητοποίησης. Ουσιαστικά, οι κινητοποιήσεις είχαν ξεκινήσει 3 μέρες πριν ο Μορσι εξαγγείλει τα νέα του μέτρα – στην αρχική τους φάση ήταν εκδηλώσεις στην μνήμης των νεκρών της περσινής εξέγερσης και περιορίζονταν σε ένα δρόμο ο οποίος απέκτησε από πέρσι συμβολική σημασία. Η έκρηξη, μετά και από τα μέτρα του Μορσι, ήταν αντί-ισλαμική, και φάνηκε να κουβαλά μέσα της δύο δυναμικές: και την αντί-εξουσιαστική τάση, που άφησε ως κληρονομιά η αντίσταση στο καθεστώς Μουμπάρακ, αλλά και το νέο κλίμα που άρχισε να διαμορφώνεται και την αντίσταση στη Γάζα – η εικόνα των αδύναμων Παλαιστινίων, που τα βάζουν με το όργανο της Δύσης, το Ισραήλ, λειτουργεί σαφώς απομυθοποιητικά και για το Μόρσι και για τον Αλ Τζαζίρα, που τελικά αναζητούν στηρίγματα στη Δύση. Και σε αυτή την διάσταση, ο Μόρσι έχει να αντιμετωπίσει και την εσωτερική κριτική των ισλαμιστών – ήδη, οι συγκρίσεις των κυβερνητικών δυνάμεων με ισλαμιστές στο Σινά προκαλούν ένταση. Η ακόλουθη είναι μια πολύ ενδιαφέρουσα ανάλυση από ένα ανθρωπολόγο που ζει στο Κάιρο για την εξέγερση των νεαρών των εργατικών συνοικιών που φαίνεται να έχουν την πρωτοβουλία σε αυτήν την φάση.

http://www.counterpunch.org/2012/11/26/egyptian-revolts/

Σε αρκετές πόλεις στα βόρεια της χώρας – όπου είχαν γίνει και οι πιο έντονες κινητοποιήσεις ενάντια στο Μουμπάρακ – μέσα στα πλαίσια των κινητοποιήσεων διαμαρτυρίας, έγιναν επιθέσεις από νεαρούς και άλλους και πυρπολήθηκαν γραφεία της Μουσουλμανικής Αδελφότητας.

Μπροστά σε αυτό το κλίμα, ο Μόρσι προσπάθησε να ελιχθεί ανακοινώνοντας ότι είναι προσωρινά τα μέτρα, ενώ εμφανίστηκε και η θεσμική αντιπολίτευση – οι δικαστές ανακοίνωσαν, επίσης, την αντίθεση τους.

Στον ευρύτερο χώρο της Μέσης Ανατολής, αξίζει αναφορά σε δυο γεγονότα: στη Λιβύη δολοφονήθηκε/εκτελέστηκε ο επικεφαλής της αστυνομίας στη Βεγγάζη. Ποιοί τον σκότωσαν – οι κανταφικοί ή οι ισλαμιστές – παραμένει αδιευκρίνιστο.

Στην Ιορδανία, συνεχίστηκαν οι κινητοποιήσεις με αιχμές εναντίον του βασιλιά. Αν και και εκεί βέβαια τα βλέμματα ήταν στραμμένα στην Παλαιστίνη.



Δημοσίευση Δέφτερη Ανάγνωση, 27.11.2012
Website: www.defterianaynosi.com

Στα δυτικά «χαμός», στα ανατολικά «πανικός»

Ο χάρτης της λεγόμενης Μεγάλης Μέσης Ανατολής

Μια από τις παράπλευρες απώλειες της κρίσης είναι η ενδυνάμωση της εσωστρέφειας μιας κοινωνίας. Ο εγκλωβισμός στην καθημερινή επιβίωση και η διευρυνόμενη ανασφάλεια, είναι ζητήματα που εμποδίζουν την κοινωνία από του να σκέφτεται τον εαυτό της σε σχέση με τον κόσμο γύρο της. Σε περιόδους κρίσης, μια κοινωνία αποκόπτεται μοιραία από την «γειτονιά» της και στερείται το δικαίωμα επαφής και γνωριμίας με ένα κόσμο που αλλάζει δραματικά. Στην Κύπρο, τα πράγματα δεν είναι διαφορετικά. Η κατάσταση μάλιστα είναι σαφώς πιο περίπλοκη εξαιτίας της γεωγραφικής μας θέσης. Τη στιγμή που η δύσκολη καθημερινότητα του κάθε απλού Κύπριου στερεί την επαφή με την περιοχή του, αυτή η περιοχή αλλάζει με ταχύτητα.

Στον άμεσο περίγυρό μας, υπάρχουν πλέον καθοριστικότατες μετατοπίσεις, οι ρυθμοί των οποίων είναι τέτοιοι που στο παρόν στάδιο αποκρύβουν τους οριστικούς προσανατολισμούς. Όμως αυτό δεν πρέπει να μας εμποδίζει από του να θέτουμε κάποιες γενικές τουλάχιστον πτυχές προβληματισμού με βάση πρόσφατες εξελίξεις. Για παράδειγμα, σε ομιλία του στο Επιχειρηματικό Φόρουμ Τουρκίας-Αιγύπτου στις 18 Νοεμβρίου και απευθυνόμενος στο Νεντανιάχου με αφορμή τις δολοφονικές επιθέσεις στη Γάζα, ο Πρωθυπουργός της Τουρκίας είπε: «Να ξέρεις ότι οι συνθήκες του 2012 δεν είναι όπως αυτές του 2008». Τι ήθελε να τονίσει με αυτή τη φράση ο Έρντογαν; Ποια η διαφορά των συνθηκών του 2012 με αυτές του 2008; Τελικά, γιατί είναι σημαντική για την περιοχή μας η «νοηματοδότηση» αυτής της φράσης; Έστω και έμμεσο, το μήνυμα του Τούρκου Πρωθυπουργού ήταν ξεκάθαρο σε δύο επίπεδα. Στο πρώτο, φωτογραφίζει τις άμεσες γεωπολιτικές αλλαγές στην περιοχή μας. Στο δεύτερο τους μακροπρόθεσμους ιδεολογικο-πολιτικούς στόχους του κυβερνώντος Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ).

Οι γεωπολιτικές αλλαγές στη δική μας γεωγραφία και η επιρροή που ασκούν για παράδειγμα στο Παλαιστινιακό πρόβλημα, υπογραμμίζονται στα λόγια Έρντογαν με τις παραπομπές που έκανε στη λεγόμενη αραβική άνοιξη. «Οι συνθήκες του 2012» που δεν είναι «όπως αυτές του 2008», αναδεικνύουν με σαφέστατο τρόπο την άνοδο του πολιτικού Ισλάμ σε ολόκληρη την περιοχή. Εξέλιξη η οποία με τη σειρά της άρχισε να φανερώνει σταδιακά την μερική έστω αλλαγή της στάσης των κομματικών φορέων του Ισλάμ σε σχέση γενικά με το Παλαιστινιακό και ειδικά με τη Χαμάς. Η σημαντικότερη ανατροπή είναι η Μουσουλμανική Αδελφότητα της Αιγύπτου η οποία έστω και μακριά από τις προηγούμενες ριζοσπαστικές θέσεις εναντίον του Ισραήλ, ξεκαθάρισε ότι η Χαμάς δεν αποτελεί πλέον απειλή. Μάλιστα στην εξέλιξη του ζητήματος στη Γάζα, ο Μόρσι αναδείχθηκε σε «αποτελεσματικό διαμεσολαβητή» και προσέδωσε με αυτό τον τρόπο μια νέα πτυχή στον ανταγωνισμό Τουρκίας-Αιγύπτου για το ποιος τελικά θα εκπροσωπεί τον αραβο-μουσουλμανικό κόσμο.

Συνεπώς φαίνεται ότι η Αίγυπτος της Μουσουλμανικής Αδελφότητας, στη συγκεκριμένη εξέλιξη, ήρθε για να καλύψει ένα μεγάλο πολιτικό κενό που άφησε πίσω της η Τουρκία μετά τη δολοφονική επίθεση των Ισραηλινών στο Μαβί Μαρμαρά. Δηλαδή το Κάιρο κατάφερε, παρά τα πολλαπλά εσωτερικά προβλήματα και την αστάθεια, να βγει στην επιφάνεια ως παράγοντας που μπορεί να συνομιλεί με όλες τις πλευρές. Κάτι που λόγω της συνεχιζόμενης τουρκο-ισραηλινής αντιπαράθεσης δεν μπορεί να κάνει η Άγκυρα.

Στο δεύτερο επίπεδο της αναφοράς Έρντογαν, εντοπίζεται ένα χαρακτηριστικό του τουρκικού πολιτικού Ισλάμ: η πίστη και η προσδοκία για μια διαφορετική τάξη πραγμάτων, η οποία δε θα στιγματίζεται από τη δυτική έκδοση ηγεμονικού εκσυγχρονισμού, αλλά από την ισότιμη συμμετοχή του ισλαμικού κόσμου στη σημερινή φάση ανάπτυξης. Η συγκεκριμένη διεκδίκηση αφορά στη διεκδίκηση μιας σχέσης «αμοιβαιότητας» μεταξύ Δύσης και Ισλάμ και στηρίζεται στην πεποίθηση ότι ο κόσμος του 21ου αιώνα δεν είναι «μονοπολικός». Σύμφωνα με αυτό το σκεπτικό, η μετακίνηση του παγκόσμιου κεφαλαίου από την Δύση στην Ανατολή, έχει ως αποτέλεσμα την εμφάνιση νέων ισχυρών κέντρων εξουσίας που με τη σειρά τους μπορούν να κινητοποιήσουν τις δικές τους ιδιαίτερες αξίες (π.χ Ισλάμ) προς την ίδια κατεύθυνση του εκσυγχρονισμού. Δηλαδή η Τουρκία μακροπρόθεσμα διεκδικεί να γίνει ένας φορέας αύξησης του «μουσουλμανικού μερίσματος» στον καπιταλισμό.

Με λίγα λόγια, η Κύπρος σήμερα βρίσκεται στο επίκεντρο μετακίνησης ισορροπιών. Στο δυτικά της, κράτη και κοινωνίες καταβαραθρώνονται λόγω κρίσης. Στα ανατολικά της «το παλιό πέθανε και το καινούργιο δεν μπορεί να γεννηθεί». Σε ένα τέτοιο περιβάλλον, η κοινωνία μας καλείται για μια ακόμη φορά να αποφύγει όσο το δυνατό γίνεται την εσωστρέφεια και να κατανοήσει τις αλλαγές. Στοιχείο απαραίτητο εάν πρόκειται να συνεχίσει η προσπάθεια για την επίλυση του Κυπριακού, κάτι που προϋποθέτει την αξιοποίηση συνεργασιών και στην περιοχή μας.

 

Νίκος Μούδουρος

Δημοσίευση: Cyprus News26.11.2012
http://cyprusnews.eu/nikos-moudouros/723506—lr—lr—.html

Εσωκομματική Αντιπαράθεση Κορυφής στην Τουρκία;

Του Δρ. Ιωάννη Γρηγοριάδη

Ενώ το κυβερνών Κόμμα Δικαιοσύνης και Αναπτύξεως (ΑΚΡ) εορτάζει τα δέκα χρόνια από την ίδρυσή του, η μακροβιότητά του και η απήχηση που απολαμβάνει στην τουρκική κοινωνία εξακολουθούν να εντυπωσιάζουν τους πολιτικούς αναλυτές. Τον τελευταίο καιρό, ωστόσο, γίνονται αισθητά τα συμπτώματα μιας αντιπαραθέσεως που μπορεί να οδηγήσει στην πρώτη σοβαρή εσωκομματική κρίση κορυφής.

Αντικείμενο της αντιπαραθέσεως αποτελεί η νέα ισορροπία δυνάμεων στην ηγεσία του κόμματος και της κυβερνήσεως δεδομένης της επιθυμίας του πρωθυπουργού Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν να μεταβεί στον θώκο της προεδρίας της δημοκρατίας το 2014.  Η πρόθεσή του να ελέγξει πλήρως την διαδικασία διαδοχής στην πρωθυπουργία και την ηγεσία του κυβερνώντος κόμματος έχουν δημιουργήσει δυσαρέσκεια σε αρκετά από τα ιδρυτικά του στελέχη. Πρώτος ανάμεσά τους ο πρόεδρος της δημοκρατίας Αμπντουλλάχ Γκιουλ. Οι σχέσεις Ερντογάν-Γκιουλ, αν και όχι πάντοτε ακύμαντες, υπήρξαν καθοριστικές για την υπέρβαση δύο μειζόνων κρίσεων. Το 2002, η στέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων του κ. Ερντογάν οδήγησε στην ανάδειξη Γκιουλ στην πρωθυπουργία. Η ταχεία νομοθετική άρση του κωλύματος και η παράδοση της πρωθυπουργίας στον κ. Ερντογάν ήταν ενδεικτική του πνεύματος εμπιστοσύνης μεταξύ των δύο ανδρών. Η κίνηση αυτή ανταποδόθηκε το 2007, όταν ο πρωθυπουργός Ερντογάν υπέδειξε τον τότε υπουργό εξωτερικών Γκιουλ ως υποψήφιο για το αξίωμα του προέδρου της δημοκρατίας και επέμενε στην εκλογή του παρά τις σφοδρές αντιδράσεις στρατού και αντιπολιτεύσεως.

Όλα αυτά μοιάζουν πλέον να ανήκουν στο παρελθόν. Οι διαφοροποιήσεις του προέδρου Γκιουλ από τις επίσημες κυβερνητικές θέσεις θα μπορούσαν να θεωρηθούν συνέπεια του υπερκομματικού χαρακτήρα του αξιώματός του. Ωστόσο, η μελέτη των ποιοτικών χαρακτηριστικών των κινήσεών του οδηγεί στο συμπέρασμα ότι επιδιώκεται πλέον η αποτύπωση ενός διακριτού πολιτικού στίγματος. Καθοριστικό σημείο αποτελεί το μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα του κυβερνώντος κόμματος, το οποίο αποτέλεσε πρωτεύον στοιχείο της πολιτικής του ηγεμονίας την τελευταία δεκαετία, αλλά δείχνει να έχει παραμερισθεί μετά την τρίτη διαδοχική εκλογική επιτυχία του κόμματος το 2011.

Η ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση ως στρατηγικός στόχος της Τουρκίας αναφέρεται σταθερά από τον κ. Γκιουλ στις δημόσιες παρεμβάσεις του, την ώρα που το ζήτημα έχει ουσιαστικά αφαιρεθεί από την πολιτική ατζέντα Ερντογάν. Επιπλέον, η γραμμή Γκιουλ εμφανίζεται να αποφεύγει την πολωτική αντιπαράθεση με το αντιπολιτευόμενο Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα και τις κοινωνικές δυνάμεις που αυτό εκπροσωπεί. Ενδεικτική ήταν η αντίθεση Γκιουλ στην απαγόρευση διεξαγωγής ξεχωριστών εορτασμών της αντιπολιτεύσεως ανήμερα της επετείου για την ανακήρυξη της τουρκικής δημοκρατίας. Τέλος, η αναπομπή κρισίμων νομοσχεδίων, όπως αυτό για την πρόωρη διεξαγωγή των δημοτικών εκλογών το φθινόπωρο του 2013, η οποία αποσκοπούσε στην διευκόλυνση της προεκλογικής καμπάνιας Ερντογάν, έχει και αυτή την σημασία της.

Μέχρι πού μπορεί να φθάσει αυτή η αντιπαράθεση; Το ενδεχόμενο παράλληλης υποψηφιότητος Ερντογάν και Γκιουλ στις προσεχείς προεδρικές εκλογές δεν φαντάζει αυτήν την στιγμή ως το πιθανότερο σενάριο, δεν μπορεί όμως να αποκλεισθεί. Η στάση της οργανώσεως του Φετχουλλάχ Γκιουλέν, η οποία και επηρεάζει ικανό τμήμα των στελεχών και της εκλογικής βάσεως του κυβερνώντος κόμματος, θα αποτελέσει κρίσιμο παράγοντα στις εξελίξεις. Εδώ και αρκετό καιρό οι εφημερίδες του συγκροτήματος Γκιουλέν ασκούν όλο και δριμύτερη κριτική στις επιλογές της κυβερνήσεως Ερντογάν. Ωστόσο, δεν είναι αυτονόητη ούτε η σύμπλευση Γκιουλέν και Γκιουλ, ούτε η ευθεία αμφισβήτηση Ερντογάν. Δέκα χρόνια μετά την ίδρυση του ΑΚΡ, η μεταφορά των κρισίμων πολιτικών αντιπαραθέσεων από την τουρκική βουλή στις τάξεις του κόμματος είναι ενδεικτική της πολιτικής του ηγεμονίας.

 

(Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» την 20η Νοεμβρίου 2012) 

Εμείς με την Τρόικα και εκείνοι με τον Ερντογάν: Η αλλαγή στην σχέση Τουρκοκυπρίων-Άγκυρας

Από τις κινητοποιήσεις των Τουρκοκυπρίων το 2011: «Θέλουμε να είμαστε ο αφέντης του σπιτιού μας»

Την εβδομάδα, που πέρασε υπήρξαν δύο ενδιαφέρουσες κινήσεις στην τουρκοκυπριακή κοινότητα: από την μια, η τουρκοκυπριακή συντεχνία δασκάλων εξέδωσε μια δήλωση καταπέλτη για την τούρκικη πολιτική στη βόρεια Κύπρο, αποκαλώντας την αποικιακή, ενώ από την άλλη, στο χώρο της τουρκοκυπριακής δεξιάς, εξακολουθεί να υπάρχει ένταση μετά την οριακή νίκη του Κουτσιούκ – τον οποίο στήριζε η Άγκυρα – ενάντια στον υποψήφιο που στήριζε ο Έρογλου.

Η προσπάθεια της Άγκυρας να επιβάλει την ηγεμονία της αναζητώντας τοπικά ερείσματα:
Αυτές οι αντιπαραθέσεις ξεφεύγουν από τα συνηθισμένο ελληνοκυπριακό κλισέ, που διαχώριζε όλους τους τουρκοκύπριους από την Άγκυρα για να κατασκευάσει ένα βολικό, αλλά και κάπως απλοϊκό σχήμα καλών–κακών, αναλόγως των ε/κ αναγκών και επιθυμιών. Ιστορικά, η αντιπαράθεση με την Τουρκία εστιαζόταν στην τουρκοκυπριακή αριστερά. Η σταδιακή αντιπαράθεση, ωστόσο της τουρκοκυπριακής κοινότητας γενικότερα με την Άγκυρα, φαίνεται να αποκτά νέες δυναμικές, όπως φαίνεται και από τις αντιπαραθέσεις στο χώρο της τ/κ δεξιάς.

Για να γίνει κατανοητό το πλαίσιο, αξίζει να δει κάποιος ποιό είναι το μοντέλο, το οποίο προωθεί η Άγκυρα. Όπως παρατηρεί ο Ν. Μούδουρος: «…θα πρέπει να σημειωθεί, ότι λόγω και της υφιστάμενης σχέσης κατεχομένων-Τουρκίας, η εξαγωγή αυτού του μοντέλου εκσυγχρονισμού φέρει μαζί της στην Κύπρο, τα κεντρικά χαρακτηριστικά της συνταγής που ακολούθησε το κυβερνών Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ) στην Τουρκία. Δηλαδή το συνδυασμό του νεοφιλελευθερισμού με το σημερινό τουρκικό πολιτικό Ισλάμ.»

 
Σε αυτό το πλαίσιο, η τουρκοκυπριακή κοινότητα βρίσκεται μπροστά σε μια απειλή από το εγγύς εξωτερικό της. Θα μπορούσε κάποιος να κάνει και μια σχετική αναλογία με τη σχέση Ελληνικού κράτους και ελληνοκυπριακής κοινότητας πριν το 1974.

Αξίζει, ωστόσο να δούμε ευρύτερα τη σχέση Τουρκίας και Ερτογάν με την τουρκοκυπριακή κοινότητα, ιστορικά – αφού η Κύπρος υπήρξε ένα σημείο, στο οποίο ο Ερτογάν στηρίχθηκε στην αντιπαράθεσή του με τον στρατό. Και η τωρινή του αντιπαράθεση με την τουρκοκυπριακή κοινότητα εκφράζει και τις αλλαγές στην Τουρκία, αλλά σηματοδοτεί και τη συντηρητική, πια, στροφή του κόμματος του, αφού έχει «ολοκληρωθεί ο εκδημοκρατισμός», τον οποίο μπορούσε να προωθήσει. Και σε αυτό το πλαίσιο οι τουρκοκύπριοι, όπως και οι Κούρδοι στο εσωτερικό της Τουρκίας, αποτελούν κοινότητες που εκφράζουν με την εμπειρία τους το τέλος μιας περιόδου. Και ταυτόχρονα, θέτουν και το ευρύτερο ζήτημα της θέσης των Τουρκοκύπριων ανάμεσα σε τρεις «παίκτες»: την Τουρκία και την υπεροπτική στάση του «Χαλίφη», την ελληνοκυπριακή κοινότητα και το ζήτημα της λύσης και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Ειρωνικά οι Τουρκοκύπριοι, πιεσμένοι από παντού, εξακολουθούν να είναι το κεντρικό σημείο ένα κόμβου.

Όταν η βόρεια Κύπρος λειτουργούσε ως καταλύτης για τον εκδημοκρατισμό της Τουρκίας:
Η διαμάχη στο Κόμμα Εθνικής Ενότητας, το ιστορικό κόμμα της τουρκοκυπριακής δεξιάς, αποτελεί, ίσως, το πιο εκφραστικό δείκτη του γεγονότος ότι η σχέση Ερτογάν και Τουρκοκυπρίων έχει φτάσει, πια, σε σημείο ευρύτερης αντιπαράθεσης. Η τουρκοκυπριακή κοινότητα υπήρξε καθοριστικής σημασίας στην άνοδο του Ερτογάν στην εξουσία – η Κύπρος υπήρξε το πεδίο, όπου ηττήθηκε για πρώτη φορά ένα είδος κεμαλισμού και μάλιστα, με ένα λαϊκό κίνημα με αριστερές προεκτάσεις και ευρωπαϊκό προσανατολισμό. Ενώ ο Ερτογάν βρισκόταν σε αντιπαραθεση με το στρατό στην Τουρκία, η στάση τους στην Κύπρο – στάση συμπαράστασης στους Τουρκοκύπριους, αλλά και στάση υποστήριξης της διαδικασίας της λύσης – ήταν ένα είδος εισιτηρίου για τις δημοκρατικές του προθέσεις, αλλά και για τις ειρηνικές προεκτάσεις της πολιτικής των μηδαμινών προβλημάτων του Νταβούτογλου. Και σε αυτό το πλαίσιο, δεν είναι τυχαίο ότι το στρατιωτικό σχέδιο «βαριοπούλα», με βάση το οποίο ο Ερτογάν ξήλωσε ουσιαστικά ότι απέμεινε από το κεμαλικό βαθύ κράτος στο στρατό, είχε ως στόχο την πιθανή λύση του κυπριακού, το 2004.
 
Σήμερα, ωστόσο, τα δεδομένα φαίνεται να αλλάζουν δραματικά. Ο Ερτογάν δεν είναι πια ένας ηγέτης που προσπαθεί να εκδημοκρατικοποιήσει τη χώρα του – αντίθετα, βρίσκεται στο απόγειο της δύναμης του και ήδη, μερικοί άρχισαν να τον ειρωνεύονται ως  χαλίφη. Στο εξωτερικό, η Τουρκία βρίσκεται, ήδη, σε αντιπαραθέσεις με τον περίγυρό της. Στο εσωτερικό, η ένταση με τους Κούρδους φαίνεται να οξύνεται, αλλά και η ένταση με τους κοσμικούς, αλλά και με την αριστερά – που σε ένα μεγάλο βαθμό ανέχτηκε τον Ερτογάν ως φορέα εκδημοκρατισμού απέναντι στον στρατό. Σε αυτό το πλαίσιο, η σχέση του με την τουρκοκυπριακή κοινότητα άρχισε να παίρνει μια αρνητική στροφή, από το 2011. Στις αρχές του χρόνου, ο Ερτογάν έκανε μια σειρά από παρεμβάσεις, απαιτώντας ουσιαστικά αλλαγές στις τουρκοκυπριακές δομές εξουσίας. Η οπτική από την Άγκυρα ήταν ότι το τουρκοκυπριακό προτεκτοράτο ήταν ένα πλουσιοπάροχα επιδοτούμενο μόρφωμα και έπρεπε να ενταχθεί στο νεοφιλελεύθερο πλαίσιο της τούρκικης πολιτικής. Το πρόβλημα της Άγκυρας ήταν, ακριβώς η μη ύπαρξη στην Κύπρο, λόγω της διαφορετικής ιστορικής εμπειρίας, ένα μαζικού ισλαμικού κινήματος στο οποίο να στηριχθεί η απόπειρα επιβολής της νέας ηγεμονίας στην οποία προσβλέπει η Άγκυρα. Η αντίδραση των τουρκοκύπριων στην αφ’ υψηλού κριτική από την Άγκυρα ήταν έντονη. Και ενώ, ήταν η εξωθεσμική αριστερά που κράτησε την σημαία της αντιπαράθεσης πιο έντονα, εντούτοις οι αλλαγές εμφανίστηκαν και στο εσωτερικό της τουρκοκυπριακής δεξιάς, η οποία υπήρξε ιστορικά κεφαλική.

Αναλογίες στην ιστορική εμπειρία των δυο κοινοτήτων:
Θα μπορούσε κάποιος να επεκτείνει την αναλογία με τη σχέση ελληνοκύπριων και ελληνικής κοινωνίας-κράτους: όπως οι Ελληνοκύπριοι και η αντίσταση τους το 1974, αλλά και πριν, βοήθησε, τελικά, τη διαδικασία εκδημοκρατισμού στην Ελλάδα, έτσι έγινε και μετά το 2000 στην Τουρκία. Και όπως μετά το 1980, το ΠΑΣΟΚ προσπάθησε να μεταβάλει την Κύπρο από «σύμβολο της δημοκρατίας» σε χώρο επιβολής μιας δικής του ηγεμονίας – που ξεκίνησε με την υπονόμευση του μίνιμουμ προγράμματος τη δεκαετία του 1980 και έφτασε μέχρι και την παρέμβαση στις εκλογές του 1998 – έτσι και ο Ερτογάν και το κόμμα του, φαίνονται να ακολουθούν ανάλογη πορεία. Τα δεδομένα στην Κύπρο ήταν και είναι βέβαια διαφορετικά. Αλλά, οι αλλαγές και οι αντιπαραθέσεις θα επηρεάσουν αναπόφευκτα και τις δυο κοινότητες. Οπότε, η παρακολούθηση των δυναμικών στη βόρεια Κύπρο, ίσως να είναι και ένας καθρέφτης για τη συνολική εικόνα.
 

Δημοσίευση Δέφτερη Ανάγνωση, 13 Νοεμβρίου 2011

www.defterianaynosi.com

Τουρκική ηγεμονία Vs Τουρκοκυπριακές αντιστάσεις

Τον Φεβρουάριο του 2012, ο Υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας είχε δηλώσει ότι «για να μπορέσει η ΤΔΒΚ να κάνει οικονομικές μεταρρυθμίσεις θα πρέπει να αλλάξει την κρατική της λειτουργία με τρόπο που οι πολιτικές αποφάσεις να λαμβάνονται από ένα κέντρο, χωρίς να μπορούν οι κατώτερες βαθμίδες να την απορρίψουν». Οι συγκεκριμένες αναφορές του Νταβούτογλου, παραπέμπουν ευθέως σε μια συνολική επανεκτίμηση της ύπαρξης, του τρόπου λειτουργίας και των στόχων που υπηρετούν οι παράνομες δομές στα κατεχόμενα. Με λίγα λόγια στις αναφορές αυτές κρύβεται ο πυρήνας της προσπάθειας για έναν ολοκληρωτικό νεοφιλελεύθερο μετασχηματισμό των κατεχομένων.

Αυτός ο μετασχηματισμός δεν έχει ως στόχο την ανατροπή του βαθύτερου χαρακτήρα των δομών που έχουν οικοδομηθεί στα κατεχόμενα, αλλά την αλλαγή της λειτουργίας τους με τρόπο που να υπηρετείται η υπόθεση της δημιουργίας μιας εντελώς νέας πολιτικό-ιδεολογικής τάξης πραγμάτων. Μια τέτοια αλλαγή χαρακτηρίζεται: 1. από το περαιτέρω άνοιγμα της οικονομίας των κατεχομένων προς το τουρκικό κεφάλαιο, 2. από την ρύθμιση της πολιτικής δομής με τρόπο που να προσαρμόζεται σε αυτούς τους νέους οικονομικούς κανόνες, 3. από την «δημιουργία» των πολιτικών πρωταγωνιστών που θα είναι οι φορείς της αλλαγής η οποία επιδιώκεται. Τα γνωστά τρίχρονα οικονομικά πρωτόκολλα είναι το εργαλείο υλοποίησης των προαναφερθέντων στόχων. Τα συγκεκριμένα πρωτόκολλα δεν πρέπει να γίνονται κατανοητά μόνο ως έγγραφα με κάποιες «τεχνικές οδηγίες», αλλά ως περιεκτικά και ολοκληρωμένα πολιτικά προγράμματα νεοφιλελεύθερης κατεύθυνσης.

Παράλληλα θα πρέπει να σημειωθεί, ότι λόγω και της υφιστάμενης σχέσης κατεχομένων-Τουρκίας, η εξαγωγή αυτού του μοντέλου εκσυγχρονισμού φέρει μαζί της στην Κύπρο, τα κεντρικά χαρακτηριστικά της συνταγής που ακολούθησε το κυβερνών Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ) στην Τουρκία. Δηλαδή το συνδυασμό του νεοφιλελευθερισμού με το σημερινό τουρκικό πολιτικό Ισλάμ. Επομένως πέραν από το περιεχόμενο της πολιτικής που εκφράζουν τα πρωτόκολλα και των συνεπειών που έχουν για ολόκληρο τον Κυπριακό λαό, είναι σημαντικό να αποκωδικοποιηθεί και η προσπάθεια νομιμοποίησης της συγκεκριμένης πολιτικής ανάμεσα στην Τουρκοκυπριακή κοινότητα.

Στο πρώτο επίπεδο των συνεπειών γίνεται άμεσα αντιληπτή η περιθωριοποίηση της Τουρκοκυπριακής κοινότητας, πολιτικά, οικονομικά και κοινωνικά. Όμως στο δεύτερο επίπεδο της νομιμοποίησης, παρατηρείται μια έντονη προσπάθεια ιδεολογικο-πολιτικής ηγεμονίας εκ μέρους της τουρκικής κυβέρνησης. Η επιδίωξη ηγεμονίας όμως δεν γίνεται μόνο μέσα από την επιβολή του ισχυρού προς τον αδύνατο, αλλά και μέσα από την απόσπαση της συναίνεσης του αδύνατου. Δηλαδή μέσα από τη δημιουργία τέτοιων πολιτικών, ιδεολογικών ακόμα και ηθικών συνθηκών, ούτως ώστε η θέληση και το πολιτικό πρόγραμμα του ισχυρού να γίνεται αποδεκτό ως κάτι φυσιολογικό, ως προϊόν «κοινής λογικής» και ορθολογιστικής επιλογής.

Η δήλωση Έρντογαν σε Τουρκοκύπριους δημοσιογράφους το καλοκαίρι του 2011 ότι η κοινότητα «χρειάζεται ένα κόμμα όπως το δικό μας», αποτελεί ίσως την πιο χαρακτηριστική στιγμή της – υπό δημιουργία – ηγεμονίας στα κατεχόμενα. Μάλιστα προεκτείνοντας αναλύσεις για την έννοια της ηγεμονίας, όπως του Αντόνιο Γκράμσι, φαίνεται ότι το ΑΚΡ επιθυμεί να οικοδομήσει και στην Κύπρο ένα «δικό του κόσμο» που θα μοιάζει με τον «κόσμο ολόκληρης της κοινωνίας». Με αυτό τον τρόπο θα μπορέσει να παρουσιάσει τη δική του βούληση, ως την συλλογική «εθνική βούληση» και διαμέσου της να διασφαλίσει την μακροημέρευση και την σταθερότητα του νέου πολιτικού καθεστώτος στα βόρεια εδάφη.

Εδώ ακριβώς εντοπίζεται και η ιστορικής σημασίας ρήξη με την Τουρκοκυπριακή κοινότητα. Από τη μια το ΑΚΡ παρεμβαίνει ακόμα και σε πολιτικά κόμματα με την προσδοκία να αναδείξει τους «νέους» τουρκοκυπριακούς παράγοντες που χρειάζεται για να αποσπάσει τη συναίνεση της κοινωνίας. Από την άλλη όμως, το προοδευτικό κομμάτι της Τουρκοκυπριακής κοινότητας συνεχίζει να προβάλλει αντιστάσεις. Το σύνθημα των κινητοποιήσεων του 2011, «αυτή η χώρα είναι δική μας, εμείς θα την διοικήσουμε», δείχνει ότι απέναντι στη συντηρητική ηγεμονία του ΑΚΡ, οι προοδευτικές τουρκοκυπριακές δυνάμεις επιδιώκουν να απαντήσουν με τη δική τους βούληση. Απέναντι στο σχέδιο μετασχηματισμού από το ΑΚΡ επιδιώκουν να αντιπαραβάλουν ένα άλλο, τουρκοκυπριακής προέλευσης πρόγραμμα αλλαγής. Έστω και αν φαίνεται ότι στο παρόν στάδιο οι τουρκοκυπριακές αντιπολιτευτικές δυνάμεις έχουν ηττηθεί μετά τις κινητοποιήσεις του 2011, αδιαμφισβήτητο παραμένει το εξής γεγονός: Οι προοδευτικές, δημοκρατικές δυνάμεις των Τουρκοκυπρίων έθεσαν επί τάπητος με ξεκάθαρο τρόπο την ανάγκη ποιοτικής αλλαγής των σχέσεων της κοινότητάς τους με την Τουρκία. Αυτή η επιτυχία αγγίζει καθοριστικά ολόκληρη την κυπριακή ιστορία και δε θα πρέπει να αφήσει αδιάφορη την Ελληνοκυπριακή κοινότητα.

 

Νίκος Μούδουρος

Δημοσιεύθηκε στις εφημερίδες Καθημερινή και Χαραυγή στις 11.11.2012

Η Τουρκία και η συριακή κρίση

Συνέντευξη του Σωτήρη Ρούσσου
στην Αυγή της Κυριακής στις 14/10/2012

Οι σχέσεις Τουρκίας-Συρίας έχουν περάσει από διάφορες φάσεις. Αλήθεια, ποιο είναι το υπόβαθρο αυτών των σχέσεων;

Η Τουρκία αντιμετωπίζει τη Συρία ως “επιτηρούμενο” κράτος. Τα κύρια ζητήματα αντιπαράθεσης είναι το Κουρδικό και η διαχείριση των υδάτινων πόρων. Η Συρία δέχεται τα ύδατα του Ευφράτη από την Τουρκία, επομένως όλες οι τουρκικές “παρεμβάσεις” στη ροή των υδάτων (φράγματα κ.λπ.) έχουν άμεσο αντίκτυπο στους υδάτινους πόρους της Συρίας, ιδιαίτερα σε περιοχές πολύ σημαντικές για το καθεστώς, όπως οι πεδιάδες του Βορρά γύρω από το Χαλέπι που κατοικούνται κυρίως από σουνίτες. Η Δαμασκός απ’ την πλευρά της, μέχρι και τη σύλληψη του Οτσαλάν, χρησιμοποιούσε ως μέσο πίεσης της Άγκυρας τους Κούρδους του PKK που έβρισκαν καταφύγιο στο έδαφός της ή στην κοιλάδα Μπεκαά του Λιβάνου. Υπάρχει επίσης μια εδαφική διένεξη στην περιοχή της Αλεξανδρέτας, στα μεσογειακά παράλια της Συρίας, μια περιοχή που οι Γάλλοι παραχώρησαν το 1939 στους Τούρκους. Ωστόσο, μετά τη δεκαετία του ’90 η διένεξη αυτή ατόνησε.

Υπάρχει δηλαδή συγκρουσιακό υπόβαθρο, μια σχέση αμοιβαίας εχθρότητας;

Δεν είναι πάντα συγκρουσιακή η σχέση. Τουρκία και Συρία έχουν αναπτύξει ένα πολύ μεγάλο εμπόριο μεταξύ τους, παράνομο και νόμιμο, ενώ διέρχονται και αγωγοί πετρελαίου από και προς τις δύο χώρες. Η Τουρκία ωστόσο θέλει να είναι “πατερναλιστική” απέναντι στη Δαμασκό, θέλει να “ελέγχει” τις κινήσεις της. Θεωρώντας ότι η Συρία και η Ιορδανία είναι ένας “ζωτικός χώρος” για τη σύνδεση της Τουρκίας με τον αραβικό κόσμο, η κυβέρνηση Ερντογάν – Νταβούτογλου προχώρησε στη δημιουργία ζώνης ελευθέρων συναλλαγών με τις δύο χώρες, σε μια ενέργεια που ενίσχυσε σημαντικά την τουρκική οικονομία. Το όφελος αυτό έχει εξανεμιστεί πλέον για την Τουρκία μετά τον συριακό εμφύλιο.

Η Άγκυρα ισχυρίστηκε αμέσως ότι τα πυρά εναντίον της προέρχονταν από τις δυνάμεις του Άσαντ, όχι από εκείνες των αντικαθεστωτικών. Γιατί το καθεστώς του Άσαντ να θέλει να προκαλεί τώρα την Τουρκία; Επιθυμεί επέκταση της σύγκρουσης;

Όχι, δεν νομίζω. Είναι μια προειδοποίηση του Άσαντ προς την Τουρκία να μην εμπλέκεται στη σύγκρουση στο εσωτερικό της χώρας του. Το καθεστώς και αρκετοί αναλυτές θεωρούν πως η Τουρκία δημιουργεί ή επιτρέπει στο έδαφός της τη λειτουργία στρατοπέδων εκπαίδευσης του “Ελεύθερου Συριακού Στρατού”. Η προειδοποίηση του Άσαντ δεν σημαίνει ότι θα επιτεθεί στην Τουρκία. Θέλει να καταστήσει σαφές ότι η γειτονική χώρα θα υποστεί το κόστος σε περίπτωση που εμπλακεί περισσότερο στον συριακό εμφύλιο. Σαν να θέλει να πει «μπαίνετε σε μια μάχη με τον διάβολο και αυτή η μάχη θα γίνει και για σας κόλαση»… Όμως σ’ έναν πόλεμο σαν τον συριακό εμφύλιο δεν έχουμε σαφή εικόνα για τις ενέργειες των αντιμαχόμενων. Πιθανόν δεν πρόκειται για προβοκάτσια των αντικαθεστωτικών, αλλά δεν αποκλείεται πίσω από τις επιθέσεις κατά των Τούρκων να κρύβονται παραστρατιωτικές ομάδες αλεβιτών, πιστών στον Άσαντ, που δρουν αυτόνομα και θέλουν να εκδικηθούν την Τουρκία για την πιθανολογούμενη υποστήριξη που παρέχει στους αντάρτες. Άλλωστε, απ’ τη φύση των πυρών, όλμοι κι όχι πυρά πυροβολικού, φαίνεται ότι πρόκειται για όπλα που μπορεί να κατέχει οποιοδήποτε ομάδα.

Τι θα κερδίσει η Τουρκία από μια πιθανή πτώση του Άσαντ; Τι σχέσεις μπορεί να έχει με τη συριακή αντιπολίτευση και με τις πολιτοφυλακές που πολεμούν το καθεστώς;

Το ερώτημα αυτό έβαλαν και οι Τούρκοι στους εαυτούς τους… Στην αρχή η Τουρκία τήρησε επιφυλακτική στάση απέναντι στην εξέγερση. Ζήτησε από τον Άσαντ να προχωρήσει σε γενναίες μεταρρυθμίσεις ή ν’ αποχωρήσει. Με την πλήρη στρατιωτικοποίηση της σύγκρουσης, η Τουρκία κατανόησε ότι δεν μπορεί να υπάρξει Άσαντ μετά το τέλος της κρίσης. Εφόσον λοιπόν δεν “υπάρχει Άσαντ” την επόμενη ημέρα, δεν υπάρχει τίποτε που να κάνει την Άγκυρα να τον υποστηρίξει. Οι Τούρκοι θεωρούν πιθανά δύο σενάρια για την επόμενη φάση: ή ότι θα εκδηλωθεί εσωτερικό πραξικόπημα στο Μπάαθ και θ’ ανατραπεί ο Άσαντ ή ότι θα επικρατήσουν οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι που βρίσκονται εγγύτερα ιδεολογικά στο κυβερνών AKP και δεν υποστηρίζονται από τη Σαουδική Αραβία, το Κατάρ ή το Ιράν. Οι μόνοι φυσικοί σύμμαχοί των Αδελφών Μουσουλμάνων στη Συρία σε περίπτωση επικράτησής τους, θα είναι οι Τούρκοι και οι Αμερικανοί. Πέρα απ’ την αντιαμερικανική ρητορική τους και ζητήματα θρησκευτικής συμπεριφοράς στην κοινωνία, οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι τάσσονται όπως και το AKP του Ερντογάν υπέρ της ελεύθερης οικονομίας και των ξένων επενδύσεων…

Πιστεύουν οι Τούρκοι ότι τυχόν επικράτηση των Αδελφών Μουσουλμάνων στη Συρία θα τους διευκόλυνε στην αντιμετώπιση του Κουρδικού;

Ναι, γιατί οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι είναι σουνίτες Άραβες, θέλουν να επικρατήσουν πολιτικά σε μια ενιαία και όχι διαμελισμένη Συρία και γι’ αυτό δεν έχουν καμία διάθεση να εμπλακούν σ’ έναν ανταγωνισμό με την Τουρκία για το Κουρδικό. Άλλωστε, ένα πιθανό μελλοντικό κουρδικό κράτος θα περιελάμβανε οπωσδήποτε κι ένα τμήμα της Συρίας…

Υπάρχει η άποψη ότι η απόφαση του ΝΑΤΟ να υπερασπιστεί την Τουρκία έναντι του Άσαντ ανοίγει το παράθυρο της θερμής εμπλοκής της Β.Α. Συμμαχίας στο συριακό εμφύλιο μέσω παράπλευρης οδού. Πόσο βάσιμη είναι η άποψη αυτή;

Είναι πολύ βάσιμη. Θα μας ανησυχούσε σοβαρά αυτό το ενδεχόμενο αν δεν υπήρχαν άμεσα οι αμερικανικές εκλογές. Ουδείς πρόεδρος που διεκδικεί επανεκλογή και βρίσκεται στον τελευταίο μήνα της προεκλογικής εκστρατείας του θα τολμούσε ένα τέτοιο βήμα, το οποίο έχει πιθανότητες 10%-20% να γυρίσει μπούμερανγκ εναντίον του, ειδικά τις πρώτες ημέρες. Σύμφωνα με πληροφορίες, ναυτικές δυνάμεις της Γαλλίας και των ΗΠΑ πέρασαν πρόσφατα το Γιβραλτάρ με κατεύθυνση τη βάση της Σούδας. Δεν γνωρίζουμε φυσικά αν θα χρησιμοποιηθούν σε πιθανή επέμβαση στη Συρία. Πάντως, η Ελλάδα δεν έχει πραγματικά κανέναν λόγο να εμπλακεί σε στρατιωτικές επιχειρήσεις στη Συρία ή στο Ιράν. Οι Τούρκοι, από την πλευρά τους θα ήθελαν να δημιουργήσει το ΝΑΤΟ μια αποστρατικοποιημένη ζώνη στα σύνορα με τη Συρία που θα τους απέμπλεκε από τα θερμά μέτωπα και θα τους βοηθούσε να ελέγξουν τις κινήσεις των Κούρδων.

Την επομένη μιας πιθανής επίθεση του ΝΑΤΟ, θα υπάρχει ενιαία Συρία κι ένα νέο καθεστώς στη Δαμασκό;

Είναι σαφές ότι μια επίθεση του ΝΑΤΟ θα τελειώσει στρατιωτικά τον συριακό εμφύλιο στη σημερινή μορφή του. Οι δυνάμεις του Άσαντ είναι αδύνατο να αντιμετωπίσουν την αμερικανική στρατιωτική ισχύ. Όμως, η στρατιωτική ήττα του καθεστώτος δεν σημαίνει ότι θα τελειώσει οριστικά και ο πόλεμος. Υπάρχει μεγάλη πιθανότητα η σύγκρουση να συνεχιστεί και να πάρει τη μορφή του πολέμου στον Λίβανο. Θα επηρεάσει αναμφίβολα και τη χώρα αυτή όπως και τη φιλοϊρανική Χεζμπολάχ που θα στριμωχθεί άσχημα, σε σημείο που θα πρέπει να δώσει μάχη μέχρις εσχάτων…

Πόσο πιθανό είναι το ενδεχόμενο ενός γενικευμένου πολέμου στη Μέση Ανατολή;

Είναι πιθανό εφόσον υπάρξει αμερικανο-ισραηλινή στρατιωτική επέμβαση στο Ιράν. Το Ισραήλ δεν μπορεί να δράσει μόνο του, αλλά και να το κάνει, δεν θα έχει αποτέλεσμα. Θα πρέπει να υπάρξουν εκτεταμένοι βομβαρδισμοί μακράς διαρκείας με την άμεση εμπλοκή των ΗΠΑ.