Ένα από τα συνθήματα που δονούσαν την ατμόσφαιρα ήταν το εξής: «Τι να αναμένει η πατρίδα από εσάς, τα γαϊδούρια που ανέβηκαν στο άλογο!» (Ata binmiş eşekler, vatan sizden ne bekler!). Το άλογο ήταν το έμβλημα του κυβερνώντος Κόμματος Δικαιοσύνης… και το σύνθημα ακούστηκε από τους εργάτες στην εξέγερση[1]. Κάπως έτσι αρχίζει η σύντομη ιστορία αυτού που πολλοί ιστορικοί κατέγραψαν ως το «διήμερο που συγκλόνισε την Τουρκία».
Περίπου 150–200 χιλιάδες εργάτριες και εργάτες στις βιομηχανικές περιοχές Κωνσταντινούπολης, Ίζμιτ, Κοτζάελι συμμετείχαν στις απεργιακές κινητοποιήσεις της Συνομοσπονδίας Επαναστατικών Εργατικών Συνδικάτων (DİSK)[2].
Η βασική διεκδίκηση ήταν η ανατροπή του νομοσχεδίου της κεντροδεξιάς κυβέρνησης Ντεμιρέλ που περιόριζε το δικαίωμα της συνδικαλιστικής οργάνωσης και έθετε εμπόδια στην ενίσχυση συνδικάτων της DİSK. Ο τότε βουλευτής Άγκυρας του κυβερνώντος Κόμματος Δικαιοσύνης (Adalet Partisi) και επικεφαλής ενός συνδικάτου της συνομοσπονδίας Türk-İş, Χασάν Τουρκάϊ (Hasan Türkay), περιέγραψε την ενόχληση της εξουσίας από την άνοδο της DİSK ως εξής: «Είμαστε σε πολύ άσχημη και δύσκολη κατάσταση. Τα επαναστατικά συνδικάτα σε σύγκριση με εμάς πετυχαίνουν καλύτερες συλλογικές συμβάσεις. Εμείς δεν πιέζουμε την εργοδοσία και τελικά υπογράφουμε φθηνότερες συλλογικές συμβάσεις»[3].
Το συγκεκριμένο νομοσχέδιο που άρχισε να συζητείται στην Εθνοσυνέλευση στις 11 Απριλίου 1970, προνοούσε την υιοθέτηση ποσοτικών ορίων ως προϋπόθεση για να επιτραπεί η ίδρυση και η δραστηριότητα ενός συνδικάτου. Για παράδειγμα, σε ένα χώρο εργασίας μια συνδικαλιστική οργάνωση θα έπρεπε να διασφαλίσει ως μέλη της το 1/3 του συνόλου των εργαζομένων τοπικά, ενώ μια εργατική συνομοσπονδία θα έπρεπε να διασφαλίσει ότι μέλη της θα ήταν το 1/3 του συνόλου των εργαζομένων σε πανεθνική κλίμακα[4].
Η εμφάνιση της DİSK ήταν ένα από τα σημαντικά αποτελέσματα της μαζικοποίησης της εργατικής τάξης στην Τουρκία από τις προηγούμενες δεκαετίες (αστικοποίηση και εκβιομηχάνιση), αλλά πολύ περισσότερο της πολιτικής της ωρίμανσης. Η σταδιακή ενίσχυση της συγκεκριμένης συνομοσπονδίας, καθώς και οι μαζικές μορφές πολιτικής δραστηριότητας του εργατικού κινήματος την συγκεκριμένη περίοδο, ήταν δεδομένα που άλλαζαν τις πολιτικές και κοινωνικές ισορροπίες. Το προαναφερθέν νομοσχέδιο ήταν σε θεσμικό επίπεδο μια προσπάθεια επιβολής της τάσης για μια «πειθήνια – υπάκουη εργατική τάξη», χωρίς πολιτικό ρόλο. Ο πρόεδρος της κοινοβουλευτικής επιτροπής εργασίας Τουργκούτ Τοκέρ (Turgut Toker) στις 11 Μαϊου 1970 υπογράμμισε ότι με την έγκριση του νομοσχεδίου «δεν θα μείνει καμιά άλλη συνδικαλιστική οργάνωση εκτός από την Türk-İş. H DİSK θα εξαφανιστεί αφού δεν θα μπορέσει να υλοποιήσει τους όρους του νομοσχεδίου»[5].
Ακόμα πιο χαρακτηριστικός σε σχέση με τις ιδεολογικές πτυχές του νομοσχεδίου ήταν ο Βεφά Τανίρ (Vefa Tanır), βουλευτής του Κόμματος Εμπιστοσύνης (Güven Partisi), ο οποίος στις συζητήσεις στην Εθνοσυνέλευση ανέφερε τα εξής: «Το κόμμα μου θα υποστηρίξει κάθε νομοσχέδιο που θα ωφελήσει όλες τις εθνικιστικές οργανώσεις που κατάφεραν να συσπειρώσουν τους Τούρκους εργάτες και που είναι πιστές στο δημοκρατικό καθεστώς, που δεν έχουν στόχο την ταξική αντιπαράθεση. Η Türk-İş είναι μια τέτοια εθνικιστική οργάνωση. Είναι μια οργάνωση που δεν βρίσκεται στις διαταγές ξένων κέντρων. Φυσικά ενάντια σε αυτό το νομοσχέδιο θα αντιδράσουν εκείνες οι μαρξιστικές – λενινιστικές οργανώσεις που θέλουν να φέρουν στην Τουρκία το παράδειγμα της σοβιετικής Ρωσίας. Δηλαδή αυτό το νομοσχέδιο φυσικά και δεν θα ευχαριστήσει αυτούς που αποδέχονται την ταξική αντιπαράθεση, τις καταλήψεις και τις καταστροφές ως μέθοδο τους»[6].
Το διήμερο 15 και 16 Ιουνίου αποτέλεσε την πρακτική έκφραση των κοινωνικών μετατοπίσεων σε μια χώρα το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της οποίας τότε ήταν η δομική κρίση. Για αυτό το λόγο, οι συγκεκριμένες κινητοποιήσεις απέκτησαν κυριολεκτικά μέσα σε λίγες ώρες, ανατρεπτικές δυναμικές. Μπόρεσαν να δημιουργήσουν παραδόσεις και εμπειρίες μέσα από τις οποίες επηρέασαν και διαμόρφωσαν τη ζωή χιλιάδων ανθρώπων[7].
Η ιστορία του διημέρου τέλειωσε όπως συνήθως…. Με την επιβολή στρατιωτικού νόμου, την σύλληψη 21 ηγετών της DİSK, την εκδίωξη 5.000 συνδικαλιστών από την εργασία τους και τη δολοφονία 6 εργατών που έλαβαν μέρος στις κινητοποιήσεις. Ένα χρόνο μετά το Συνταγματικό Δικαστήριο δικαίωσε το αίτημα της Συνομοσπονδίας, αλλά τα πραξικοπήματα που ακολούθησαν το 1971 και το 1980 (το πιο βίαιο από όλα) κατάφεραν τελικά το μεγαλύτερο πλήγμα στην σύγχρονη ιστορία του εργατικού κινήματος της Τουρκίας.
Σήμερα από τα 14.251.655 μισθωτών εργαζομένων μόνο το 1.946.165 είναι μέλη σε συνδικαλιστικές οργανώσεις. Το ποσοστό συνδικαλιστικής πυκνότητας είναι 13.7%. Το 2020, το ποσοστό των εργαζομένων που καλύπτονται από συλλογικές συμβάσεις είναι μόλις 7.8%[8].
Αφιέρωμα για τα 50χρονα της εξέγερσης του Ιουνίου 1970 από την DİSK
Πηγές:
[1] Zafer Aydın, ‘68’in İşçileri, Ayrı Yayınları, İstanbul 2021, p. 147.
[2] 15 – 16 Haziran İnteraktif Haritası, http://disk.org.tr/2021/06/15-16-haziran-interaktif-haritasi/?fbclid=IwAR0f00SJzU2FXPJaQLz6U0pVUPnnIVkMl61AO1zVAoG9LSxGaRmbIRFCfsM
[3] Zafer Aydın, “15-16 Haziran 1970: Büyük İşçi Direnişi”, Aziz Çelik (ed.), DİSK Tarihi: Kuruluş, Direniş, Varoluş, 1967-1975, Cilt 1, DİSK-AR Yayınları, İstanbul 2020, p. 378. (pp. 377-406).
[4] Aziz Çelik (2020), “Yetmişli Yıllarda Emek Hareketi: 15-16 Haziran’dan 12 Eylül’e Yükseliş ve Düşüş”, in Mete Kaan Kaynar (ed.), Türkiye’nin 1970’li Yılları, İletişim Yayınları, İstanbul 2020, pp. 517-518 (pp. 515-546).
[5] Zafer Aydın, “15-16 Haziran 1970: Büyük İşçi Direnişi”, Aziz Çelik (ed.), DİSK Tarihi: Kuruluş, Direniş, Varoluş, 1967-1975, Cilt 1, DİSK-AR Yayınları, İstanbul 2020, p. 378.
[6] Millet Meclisi Tutanak Dergisi, Dönem 8, Cilt 6, 101nci Birleşim, 11.6.1970, p. 275.
[7] Zafer Aydın, ‘68’in İşçileri, Ayrı Yayınları, İstanbul 2021, p. 146.
[8] DİSK-AR’ın Salgın Günlerinde Asgari Ücret Gerçeği Araştırması (2021) yayımlandı, 7.12.2020, http://arastirma.disk.org.tr/?p=4466&fbclid=IwAR3NirLTId5NpdW6vCMNqmDihKlfSFqNqnGPXI_aF8FJIER__Xgn4dsHH44
Νίκος Μούδουρος
Λέκτορας, Τμήμα Τουρκικών και Μεσανατολικών Σπουδών, Πανεπιστήμιο Κύπρου