Η επικράτηση του Ερσίν Τατάρ στο κατοχικό καθεστώς σηματοδοτεί τη μεταφορά του τουρκικού κράτους στην Κύπρο, υπογραμμίζει ο τουρκολόγος Νίκος Μούδουρος, ο οποίος παρακολουθεί στενά τα τεκταινόμενα στα κατεχόμενα και την Τουρκία. Σε μια πρώτη αποτίμηση του αποτελέσματος των λεγόμενων προεδρικών εκλογών εκτιμά πως η κατάσταση είναι τέτοια που δεν θα πρέπει να υποτιμηθούν ούτε οι δυναμικές που απελευθερώθηκαν από την επικράτηση Τατάρ, αλλά ούτε και αυτές που συμβολίζονται στις αντοχές του μετώπου Ακιντζί.
Ο λέκτορας στο Τμήμα Τουρκικών και Μεσανατολικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο Κύπρου σημειώνει ότι σε αυτή τη συγκυρία παρατηρείται ότι η πόλωση και οι διαιρετικές γραμμές εκφράζονται πλέον ποικιλόμορφα στον χώρο των κατεχομένων και πιθανόν να φέρουν εξαιρετικής σημασίας πολιτικά και κοινωνικά αποτελέσματα. Επισημαίνει ότι καταγράφεται μια μεγάλη πόλωση μεταξύ Λευκωσίας-Μόρφου-Λεύκας όπου επικρατεί ο Ακιντζί απέναντι από την ευρύτερη περιοχή Αμμοχώστου – Καρπασίας, όπου επικρατεί ο Τατάρ. Για την Κερύνεια, σημειώνει ότι είναι διαχωρισμένη ισοδύναμα.
Εγένετο τελικά το «θέλημα» του Ερντογάν στα κατεχόμενα. Τι σημαίνει η επικράτηση του Ερσίν Τατάρ; Και τι η ήττα του Ακιντζί;
Η επικράτηση του Ερσίν Τατάρ, εάν αξιολογηθεί μέσα στο ευρύτερο πλαίσιο των εξελίξεων στις σχέσεις Άγκυρας – Τουρκοκυπρίων τα τελευταία πέντε χρόνια, σηματοδοτεί τη χωρίς συναινέσεις μεταφορά του τουρκικού κράτους στην Κύπρο, μάλιστα με τρόπο που να περιθωριοποιεί την πολιτική συγκρότηση των τουρκοκυπρίων και να απλώνεται ακριβώς «δίπλα» από την ελληνοκυπριακή κοινότητα. Ο τρόπος με τον οποίο ο Έρντογαν επέλεξε να παρέμβει στην «εκλογική» διαδικασία δεν διαφέρει πολύ από το πως χειρίζεται την αντιπολίτευση στην Τουρκία. Μείωσε δραστικά τον χώρο της δημοκρατικής αντιπαράθεσης, δαιμονοποίησε ιδεολογικά το πολιτικό πρόγραμμα του Ακιντζί, ενεργοποίησε διαφορετικούς κρατικούς θεσμούς εξουσίας και προσανατολίστηκε περισσότερο στην επιβολή μιας «συλλογικής τιμωρίας» στις πολιτικές δυνάμεις που αντιπολιτεύθηκαν τις θέσεις του την τελευταία πενταετία. Θέλησε να δώσει το μήνυμα ότι στα κατεχόμενα επιδιώκει τον διορισμό ενός «κρατικού επιτρόπου» στα πρότυπα των κινήσεων του στις νοτιοανατολικές – κουρδικές περιοχές της Τουρκίας. Επομένως ο τρόπος της επικράτησης Τατάρ δείχνει ότι η πόλωση και η διάλυση συναινέσεων που ξεχωρίζουν ως εργαλεία πολιτικής στην Τουρκία, σταδιακά μεταφέρονται και στην Κύπρο.
Παράλληλα, όμως, το αποτέλεσμα της κάλπης υπογραμμίζει ότι η εξουσία στην Τουρκία εισέρχεται σε μια διαδικασία άρνησης της ύπαρξης κενών εξουσίας. Δεν δείχνει να ανέχεται ούτε καν την προοπτική συζήτησης διαφορετικών αντιλήψεων και θέσεων εντός ενός χώρου που ελέγχει στρατιωτικά και οικονομικά. Από την άλλη πλευρά όμως, η συσπείρωση γύρω από τον Ακιντζί, έστω και μη πλειοψηφική, δείχνει επίσης σημαντικές τάσεις. Εάν ο Τατάρ εκπροσώπησε έμμεσα την πολιτική γραμμή «υπακοής», ο Ακιντζί εκπροσώπησε πολύ πιο ξεκάθαρα αυτή της «ανυπακοής» και της διεκδίκησης αυτονομίας. Εάν ληφθεί υπόψη μάλιστα ότι τα ζητήματα που έθεσε ο Ακιντζί τα τελευταία πέντε χρόνια αναφορικά με τις σχέσεις Τουρκίας-Τουρκοκυπρίων είναι θέματα που ξεκινούν ήδη από τη δεκαετία του 1950, το ποσοστό του και οι συνθήκες μέσα στις οποίες επιτεύχθηκε δείχνουν την επιβίωση και τον μετασχηματισμό της κυπριακότητας των Τουρκοκυπρίων. Μιας πολιτικής έκφρασης που συνεχίζει να αναζητεί οργανωμένες δομές μέσα από την ομοσπονδιακή επίλυση και με στόχο να επιβιώσει κοινωνικά και πολιτικά. Συνεπώς η κατάσταση είναι τέτοια που δεν θα πρέπει να υποτιμηθούν ούτε οι δυναμικές που απελευθερώθηκαν από την επικράτηση Τατάρ, αλλά ούτε και αυτές που συμβολίζονται στις αντοχές του μετώπου Ακιντζί.
Το γεγονός ότι έχουμε ένα «εκλογικό σώμα» μοιρασμένο, προφανώς και έχει εξήγηση. Ποια είναι η ερμηνεία που δίνετε εσείς που παρακολουθείτε συστηματικά και στενά τα των κατεχομένων;
Είναι γεγονός ότι οι βασικές διαχωριστικές γραμμές της κοινωνίας σε ό,τι αφορά στην εκλογή του Τουρκοκύπριου ηγέτη αναπαράγονται στο πλαίσιο της αντιπαράθεσης για το μοντέλο λύσης του Κυπριακού και τη μορφή που θα πάρουν μελλοντικά οι σχέσεις της κοινότητας με την Τουρκία. Όμως σε αυτή τη χρονική συγκυρία παρατηρείται ότι η πόλωση και οι διαιρετικές γραμμές εκφράζονται πλέον ποικιλόμορφα στον χώρο των κατεχομένων και πιθανόν να φέρουν εξαιρετικής σημασίας πολιτικά και κοινωνικά αποτελέσματα. Σε χωρικό επίπεδο καταγράφεται μια μεγάλη πόλωση μεταξύ Λευκωσίας-Μόρφου-Λεύκας απέναντι από την ευρύτερη περιοχή Αμμοχώστου – Καρπασίας. Στον πρώτο άξονα επικρατεί ο Ακιντζί και στον δεύτερο άξονα ο Τατάρ. Η Κερύνεια, τόσο στον πρώτο όσο και στον δεύτερο γύρο των εκλογών είναι διαχωρισμένη σε δύο περίπου ισοδύναμους πόλους. Μέσα από αυτή την χωρική εικόνα των «εκλογών» μπορούμε να εκτιμήσουμε και το βάρος που είχαν στο τελικό αποτέλεσμα οι ψήφοι που προέρχονται από περιοχές με πυκνότητα πληθυσμού εποίκων και ειδικότερα των πιο συντηρητικών-δεξιών τους στρωμάτων. Όμως, όπως δείχνει γενικότερα το εκλογικό σώμα και η συμμετοχή στη ψηφοφορία, η κοινωνία στα κατεχόμενα «τριχοτομείται». Τόσο το 2015, όσο και το 2020 στην ψηφοφορία για τον Τουρκοκύπριο ηγέτη, καταγράφεται αρκετά σημαντική αποχή. Πρόκειται για ένα σύνολο ανθρώπων με πολύ διαφορετικά αιτήματα και ανησυχίες. Η αποξένωσή τους από το πολιτικό σύστημα και την πολιτική διαδικασία, είναι προϊόν πολύπλοκων διαδικασιών. Από τη μια μπορεί να εκφράζουν μια γενική τάση αποπολιτικοποίησης, όμως από την άλλη υπογραμμίζουν και ζητήματα όπως η συνολική δυσαρέσκεια και διαμαρτυρία για την υπάρχουσα τάξη πραγμάτων. Η παρουσία της αποχής δηλώνει ότι υπάρχει η κοινωνική αναγκαιότητα για την αναδόμηση του πολιτικού συστήματος, το οποίο σε συνθήκες συνέχισης της διχοτόμησης δεν φαίνεται να μπορεί να επαναφέρει αυτό το τμήμα της κοινωνίας.
Ήταν τελικά η αναμέτρηση δημοψήφισμα για τη λύση; Κατά την άποψή σας τι καθόρισε το τελικό αποτέλεσμα; Μήπως οι παρεμβάσεις της Τουρκίας, η εξαγορά ψηφοφόρων;
Εξαιτίας του αυταρχικού πλαισίου μέσα στο οποίο πραγματοποιήθηκε η ψηφοφορία δεν μπορεί να θεωρηθεί ακριβώς ως δημοψήφισμα για τη λύση του Κυπριακού. Υπάρχουν πτυχές που αναδεικνύουν την παρέμβαση του κράτους της Τουρκίας ως ένα είδος πολιτικού πραξικοπήματος. Επομένως εφόσον στο επίκεντρο της αναμέτρησης ήταν οι σχέσεις της κοινότητας με την Άγκυρα, το τελικό αποτέλεσμα μπορεί να ερμηνευθεί ως εξής: Εντός της κοινωνίας που αναπτύσσεται στα κατεχόμενα επιβιώνουν ισχυρά δίκτυα πελατειακών σχέσεων τα οποία έχουν στον πυρήνα τους τον προϋπολογισμό του τουρκικού κράτους και επεκτείνονται με τη μορφή κοινωνικών και οικονομικών δομών. Αυτά τα δίκτυα λειτουργούν ως κυματοθραύστες ενάντια στις αντιδράσεις των Τουρκοκυπρίων ή και ως απορροφητές αυτών των αντιδράσεων. Δηλαδή έχουν την ιδιότητα ενσωμάτωσης και αφομοίωσης μέρους της κοινωνίας στην εισαγόμενη και όχι την τοπική εξουσία.
Την ίδια στιγμή όμως το εκλογικό αποτέλεσμα δείχνει και τη συσπείρωση ενός ιδιαίτερα μεγάλου μέρους γύρω από την κυπριακή ταυτότητα ως πλατφόρμα άμυνας απέναντι στους προαναφερθέντες κυματοθραύστες. Το ποσοστό στήριξης που έλαβε ο Ακιντζί δεν πρέπει α υποτιμηθεί. Οι πρώτες αντιδράσεις κύκλων της εξουσίας στην Άγκυρα, υπογραμμίζουν την ανησυχία που προκαλεί η «επίμονη επιβίωση» της ιδεολογικής φλέβας αντιπολίτευσης προς την Τουρκία. Μάλιστα στη βάση αυτών των αντιδράσεων, μπορούμε να συμπεράνουμε ότι το αποτέλεσμα δεν ήταν το τέλος, αλλά η αρχή μιας νέας προσπάθειας κοινωνικής μηχανικής της εξουσίας Έρντογαν με στόχο τον μετασχηματισμό της ταυτότητας της κοινότητας.
Στο σημείο αυτό θα ήταν σημαντικό να ειπωθεί ότι ανεξάρτητα από τον επίσημο λόγο που εκφράζεται από την κυβέρνηση της Τουρκίας, υπάρχουν εστίες ιδεολογικής νομιμοποίησης του αποτελέσματος πολύ πιο δυσάρεστες. Για παράδειγμα ένας κύκλος διανοουμένων της Τουρκίας που στηρίζει την εξουσία Έρντογαν και που λειτουργεί ως πολλαπλασιαστής του ιδεολογικού προγράμματος της εξουσίας, το τελευταίο χρονικό διάστημα προωθεί έμμεσα την ιδέα της προσάρτησης. Μάλιστα βασίζει την εν λόγω αντίληψη ακριβώς στο γεγονός ότι παρά τις όποιες προσπάθειες έγιναν, ακόμα δεν έχει επιτευχθεί η «ολοκληρωτική πολιτισμική κατάκτηση» των Τουρκοκυπρίων. Επομένως εάν υπάρχει δημοψηφισματικός χαρακτήρας στην ψηφοφορία για την ανάδειξη του Τουρκοκύπριου ηγέτη, σε συνθήκες απουσίας ουσιαστικών εξελίξεων στο Κυπριακό, αυτός παραπέμπει περισσότερο σε μια ένδειξη για το ποια είναι εκείνα τα κοινωνικά στρώματα και οι πολιτικές δυνάμεις στις οποίες θα προτιμήσει να στηριχθεί ο Έρντογαν.
Απόσυρση Ερχιουρμάν υπέρ Ακιντζί θα μπορούσε να δημιουργήσει δυναμική
Ο ρόλος των υποψηφίων που έμειναν εκτός, ποιος ήταν; Όπως και των κομμάτων;
Σε μια πρώτη ανάγνωση του αποτελέσματος φαίνεται ότι το μεγαλύτερο μέρος των 24.008 ψήφων του Ρεπουμπλικανικού Τουρκικού Κόμματος στον δεύτερο γύρο στήριξε τον Ακιντζί. Όμως, επίσης φαίνεται ότι το μεγαλύτερο μέρος των 16.946 ψήφων που στήριξαν στον πρώτο γύρο τους υπόλοιπους υποψήφιους της δεξιάς, καθώς και το μεγαλύτερο μέρος περίπου 18.125 ψηφοφόρων που προσήλθαν στον δεύτερο γύρο, στήριξαν τον Τατάρ. Ο νέος Τουρκοκύπριος ηγέτης στον δεύτερο γύρο κέρδισε επιπλέον 31.497 ψήφους, ενώ ο Μουσταφά Ακιντζί κέρδισε επιπλέον 29.857 νέους ψήφους.
Η απόφαση του ΡΤΚ να κατέλθει στον πρώτο γύρο με τον Ερχιουρμάν επηρέασε τη δυναμική του Ακιντζί;
Δεν είμαστε σε θέση να εκτιμήσουμε ακριβώς την επιρροή που είχε στο τελικό αποτέλεσμα η ύπαρξη δύο υποψηφιοτήτων από τον ευρύτερο χώρο της Αριστεράς. Όμως είναι γεγονός ότι στη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας, αλλά και ευρύτερα στη διάρκεια της πενταετίας υπήρξαν αρκετές κρίσιμες στιγμές πάνω στις οποίες θα μπορούσε να οικοδομηθεί ένα ευρύτερο πλαίσιο συνεργασίας των ομοσπονδιακών δυνάμεων των Τουρκοκυπρίων. Πιθανή απόσυρση της υποψηφιότητας Έρχιουρμαν υπέρ του Ακιντζί, ειδικά στο πλαίσιο της κορύφωσης των παρεμβάσεων της Τουρκίας, ίσως να δημιουργούσε μεγαλύτερη δυναμική. Όμως την ίδια στιγμή κανένας δεν μπορεί να προβλέψει πώς αυτή η δυναμική θα δημιουργούσε αντιδράσεις και στο ευρύτερο μέτωπο της Δεξιάς. Το δύσκολο σημείο πλέον για το Ρεπουμπλικανικό Τουρκικό Κόμμα θα είναι η θέση που προώθησε και που παρέπεμπε σε περισσότερη συναίνεση και διάλογο με την Τουρκία. Φαίνεται ότι η προσπάθεια να εμφανιστεί ως ο διαμεσολαβητής στην κρίση μεταξύ Τουρκίας και τουρκοκυπριακής κοινότητας, θα προκαλέσει νέες εσωτερικές ανακατατάξεις και έντονες συζητήσεις.
Ένα επιπλέον θέμα που μπαίνει στον εσωτερικό διάλογο της Αριστεράς στην τουρκοκυπριακή κοινότητα είναι οι σχέσεις της με τον πληθυσμό των εποίκων. Ήδη καταγράφονται διαφορετικές απόψεις επί του θέματος. Από τη μια υπάρχει η άποψη που απορρίπτει κάθε προοπτική πολιτικής επαφής με ένα μέρος του πληθυσμού αυτού, ενώ από την άλλη υπάρχει και η αντίληψη που θεωρεί ότι η πλήρης «εγκατάλειψη» της ευρύτερης περιοχής της Καρπασίας τελικά αναπαράγει την τουρκική εξουσία εντός της κοινότητας.
Η Τουρκία θέλει να φαίνεται ως φυσιολογική η αλλαγή μοντέλου λύσης
Η επόμενη μέρα για το Κυπριακό και την ενεργοποίηση των διαδικασιών για επιστροφή στο τραπέζι του διαλόγου ποια είναι; Με ποια ατζέντα θα προσέλθει στο τραπέζι του διαλόγου ο Τατάρ;
-Η βασική πολιτική της Άγκυρας γενικά παραμένει σταθερή στον στόχο μη ανάληψης ευθυνών από πιθανό οριστικό ναυάγιο των συνομιλιών. Η Άγκυρα θεωρεί ότι η αλλαγή του μοντέλου λύσης του Κυπριακού ή και η προσπάθεια έναρξης συζητήσεων για την αλλαγή του μοντέλου λύσης, πρέπει να προέλθουν μέσα από τη συναίνεση του διεθνούς παράγοντα. Δηλαδή η απομάκρυνση από την προοπτική ομοσπονδίας στην Κύπρο να μην φαίνεται ως επιβολή, αλλά ως η «φυσική κατάληξη» μιας αποτυχίας για την οποία η Τουρκία να μην φέρει την κύρια ευθύνη. Ο Ερσίν Τατάρ αναμένεται να υιοθετήσει μια τέτοια προσέγγιση. Συνεπώς η θέση περί λύσης δύο κρατών μπορεί να εισέρχεται έμμεσα στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων, όμως θα λειτουργεί πιο έντονα στο επίπεδο της ιδεολογικής αντιπαράθεσης στην κοινωνία.
Από εδώ και πέρα τι αναμένετε; Τα κατεχόμενα θα είναι πιο κοντά στην προσάρτηση; Υπό τον απόλυτο έλεγχο από την Τουρκία; Να ρωτήσω ακόμη και πώς διαμορφώνεται το σκηνικό σε ό,τι αφορά τη λεγόμενη κυβέρνηση, τον νέο εταίρο του ΚΕΕ; Να αναμένουμε νέα διαδικασία για «βουλευτικές»;
Σε ό,τι αφορά στις δυναμικές προσάρτησης των κατεχομένων πάρα πολλά θα εξαρτηθούν από τη σύνθεση της νέας «κυβέρνησης» που θα προκύψει. Σύμφωνα με την υφιστάμενη αριθμητική ισορροπία στη «βουλή», το πιθανότερο είναι η διεξαγωγή πρόωρων «εκλογών» εντός του επόμενου εξαμήνου. Τα δεδομένα μπορεί να γίνουν πιο δύσκολα εάν σχηματιστεί «κυβέρνηση» της Δεξιάς. Διότι πιο εύκολα θα μπορούν να προωθηθούν ζητήματα παραχώρησης νέων υπηκοοτήτων, ζητήματα ολοκλήρωσης υποδομών που συμβάλλουν στην οικονομική ενσωμάτωση, αλλά και νομοθετικές ρυθμίσεις που στοχεύουν στην αποδυνάμωση φορέων της τουρκοκυπριακής ταυτότητας όπως είναι για παράδειγμα οι συνδικαλιστικές οργανώσεις. Αναλόγως της πολιτικής αστάθειας δεν θα πρέπει επίσης να αποκλειστεί το ενδεχόμενο μιας νέας συζήτησης για την υιοθέτηση του προεδρικού συστήματος. Όλα αυτά πάντως δεν λειτουργούν με αυτοματισμούς. Πολλά είναι τα ζητήματα που θα εξαρτηθούν και από το κίνημα της αντιπολίτευσης. Ερωτήματα όπως το ποιες θα είναι οι επόμενες συνεργασίες εντός τουρκοκυπριακής κοινότητας, αλλά και ποιες οι επόμενες δικοινοτικές προσπάθειες, αποτελούν επίσης παράγοντες που θα επηρεάσουν την κατεύθυνση της αντιπαράθεσης Τουρκοκυπρίων-Τουρκίας.
Στους εποίκους αναπαράγεται η επιρροή της Τουρκίας
Υπάρχει πλέον καθαρός διαχωρισμός εποίκων και τουρκοκυπρίων…
Αυτός ο διαχωρισμός εμφανίστηκε από την πρώτη στιγμή της οργανωμένης καθόδου εποίκων στην Κύπρο. Η πάροδος του χρόνου προκάλεσε φυσικά και την εμφάνιση διαφορετικών δυναμικών. Σήμερα υπάρχουν έντονες κοινωνικές και χωρικές διαφοροποιήσεις εντός του πληθυσμού των εποίκων ως αποτέλεσμα τόσο της αλλαγής γενιάς, όσο και της έλευσης νέων μεταναστών για διαφορετικούς οικονομικούς λόγους από την Τουρκία. Παρατηρείται ότι σε περιοχές που κατοικούν έποικοι μαζί με Τουρκοκύπριους, οι πολιτικές τάσεις και κοινωνικές διεκδικήσεις διαφοροποιούνται. Ενώ αντίθετα σε περιοχές με πυκνότητα εποίκων – όπως η εκλογική περιφέρεια Τρικώμου και η επαρχία της Αμμοχώστου – καταγράφεται όχι μόνο η πολιτισμική διαφοροποίηση, αλλά και η αναπαραγωγή της ενσωμάτωσης των εποίκων στους θεσμούς εξουσίας της Τουρκίας και όχι των τουρκοκυπρίων. Εάν ληφθεί υπόψη το πρόσφατο εκλογικό αποτέλεσμα, τότε θα πρέπει να σημειωθεί ότι ο χωρικός αποκλεισμός εποίκων από την υπόλοιπη κοινωνική δομή, καθώς και η οικονομική υπανάπτυξη των περιοχών αυτών, είναι παράγοντες που καθόλου τυχαία αναπαράγουν την επιρροή της Τουρκίας. Αυτές οι περιοχές εισάγουν τις επιλογές του τουρκικού κράτους και παράλληλα δημιουργούν εμπόδια ενάντια σε τουρκοκυπριακές επιλογές. Άλλωστε η πόλωση που επιβλήθηκε φαίνεται να ήταν ένας επιπλέον παράγοντας που κινητοποίησε μέρος του πληθυσμού των εποίκων υπέρ της επιλογής Έρντογαν. Συνεπώς, όντως ο διαχωρισμός των εποίκων είναι πλέον πιο έντονος από την άποψη της καταγραφής του σε μια σημαντική στιγμή όπως είναι η επιλογή του τουρκοκύπριου ηγέτη. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η μεγάλη εκλογική διαφορά μεταξύ Ακιντζί και Τατάρ στην περιφέρεια Τρικώμου, η οποία συμπεριλαμβάνει την Καρπασία. Στον δεύτερο γύρο των «εκλογών» ο Τατάρ κέρδισε 70.7% και ο Ακιντζί περιορίστηκε στο 29.2%. Η διαφορά ψήφων μεταξύ των δύο ήταν 5.488 υπέρ του Τατάρ. Αυτή η διαφορά είναι μεγαλύτερη ακόμα και από την διαφορά ψήφων των δύο στο συνολικό αποτέλεσμα που είναι 4.412.
Συνέντευξη στην Ανδρούλα Ταραμουντά, εφημερίδα Ο Φιλελεύθερος, 25 Οκτωβρίου 2020.