
Η Άγκυρα δείχνει αποφασισμένη να μετατρέπει την στρατιωτική της ισχύ σε δομικό μέρος της εφαρμογής της περιφερειακής της πολιτικής εκτιμά ο Νίκος Μούδουρος Λέκτορας, Τμήμα Τουρκικών και Μεσανατολικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο Κύπρου. Και σημειώνει ότι δεν είναι καθόλου τυχαίο το γεγονός ότι πέραν της Ανατολικής Μεσογείου και της Κύπρου ειδικά, ο τουρκικός στρατός έχει δραστηριότητα και παρουσία σε περιοχές όπως το Ιράκ, η Συρία, το Κατάρ, η Σομαλία και τα Βαλκάνια.
Ο ίδιος επισημαίνει πως τα κατεχόμενα κυπριακά εδάφη αντιμετωπίζονται ως δομικό μέρος της νέας γεωπολιτικής ταυτότητας που προσπαθεί να οικοδομήσει η Τουρκία. Η Άγκυρα σε αυτή τη φάση αντιμετωπίζει τη Γαλλία ως νέο-αποικιακή δύναμη, την Ελλάδα ως αδύναμο κρίκο.
-Παρακολουθούμε έναν Ερντογάν οργισμένο, μαινόμενο. Μέχρι πού είναι αποφασισμένος να τεντώσει το σχοινί;
-Ο βασικός προσανατολισμός και τα ποιοτικά χαρακτηριστικά των πολιτικών που προσπαθεί να εφαρμόσει ο Πρόεδρος της Τουρκίας, επηρεάζονται καθοριστικά από τις εσωτερικές και τις διεθνείς ανακατατάξεις. Εντός αυτού του μεταβαλλόμενου περιβάλλοντος, ο στόχος για καθιέρωση της Τουρκίας ως μιας περιφερειακής δύναμης δεν έχει ανατραπεί. Αντίθετα φαίνεται ότι εμπεδώνεται ακόμα περισσότερο στο γεωπολιτικό όραμα του τουρκικού κράτους. Η παγκόσμια χαοτική κατάσταση έτσι όπως διαμορφώνεται εξαιτίας της οικονομικής αποσταθεροποίησης και της πανδημίας, δημιουργεί περισσότερα «κενά», τα οποία η Τουρκία επιθυμεί να αξιοποιήσει, γιατί θεωρεί ότι στα αμέσως επόμενα χρόνια το παγκόσμιο σύστημα θα χαρακτηριστεί από αλλαγές στη λειτουργία και στις ισορροπίες του. Συνεπώς μέχρι και την ολοκλήρωση της οικοδόμησης των βάσεων περιφερειακής ισχυροποίησης της χώρας, η εξουσία φαίνεται αποφασισμένη να «τεντώσει το σχοινί». Όπως δείχνει η μέχρι τώρα εμπειρία, αυτή η προσπάθεια κλιμάκωσης της κρίσης μπορεί να γίνεται είτε διαμέσου της ενεργοποίησης στρατιωτικών μέσων, είτε και μέσω της επαναλαμβανόμενης ετοιμότητας της Άγκυρας για διάλογο διευθέτησης ή αναστολής της κρίσης. Το πιο πάνω σκεπτικό σε κάποιο βαθμό ταυτίζεται με τις κοινωνικές και πολιτικές «μεταβάσεις» που χαρακτηρίζουν το εσωτερικό της Τουρκίας.
Η χώρα εδώ και κάποια χρόνια βρίσκεται σε μια πορεία σημαντικών αλλαγών τόσο στο κοινωνικό και οικονομικό, όσο και στο πολιτικό και ιδεολογικό επίπεδο. Από το 2018 και μετά ο Έρντογαν έθεσε ως προτεραιότητα τη σταθεροποίηση του προεδρικού συστήματος και της νέας ιδεολογικής πλατφόρμας του κράτους. Όμως θα πρέπει να σημειωθεί ότι η υπόθεση της «σταθεροποίησης» του προεδρικού συστήματος στην Τουρκία, ουσιαστικά παραπέμπει σε μια προσπάθεια σταθεροποίησης και εμπέδωσης των αυταρχικών – συγκεντρωτικών χαρακτηριστικών του κράτους και της λειτουργίας του. Είναι μια προσπάθεια σταθεροποίησης των νέων κοινωνικών ισορροπιών και των πολιτικών συμμαχιών που τις εκφράζουν. Όμως η κακή οικονομική κατάσταση της χώρας που χρονικά ταυτίζεται με την προαναφερθείσα προτεραιότητα Έρντογαν προκαλεί πολλά προβλήματα και κοινωνικές ρήξεις, με αποτέλεσμα η σταθεροποίηση του προεδρικού συστήματος πλέον να ταυτίζεται αποκλειστικά και μόνο με τη σταθεροποίηση και αναπαραγωγή της ίδιας της σημερινής εξουσίας και των συμμαχιών της. Επομένως αυτό που βλέπουμε να συμβαίνει στην εξωτερική πολιτική αφορά και στην εσωτερική κατάσταση.
- Σε αυτή τη φάση φαίνεται ότι οι βασικές στοχεύσεις του είναι η Ελλάδα, η Κυπριακή Δημοκρατία και η Γαλλία που επανέρχεται διεκδικώντας ρόλο στην ανατολική Μεσόγειο. Στα καθ’ ημάς κτυπά σε δύο μέτωπα, ΑΟΖ και Αμμόχωστο. Το ζητούμενο τελικά ποιο είναι;
-Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα προϋποθέτει μια βαθύτερη προσπάθεια κατανόησης των αλλαγών στο πώς βλέπει η Τουρκία τον εαυτό της σε συνδυασμό με το πώς αντιλαμβάνεται το παγκόσμιο σύστημα και τη θέση της σε αυτό. Είναι γεγονός ότι η Ανατολική Μεσόγειος ήταν ιστορικά ένας χώρος ειδικού ενδιαφέροντος της Τουρκίας. Η προοπτική ανακάλυψης φυσικού πλούτου φυσιολογικά επαναφέρει και εντείνει το ενδιαφέρον της Τουρκίας για τις όποιες οικονομικές και πολιτικές προοπτικές δημιουργούνται σε αυτή την περιοχή. Όμως αυτά παραμένουν στην μια όψη του νομίσματος. Στην άλλη θα πρέπει να προστεθεί και η εντατικοποιημένη πλέον θεώρηση της εξουσίας στην Τουρκία για τους νέους τρόπους αντιμετώπισης των απειλών που η ίδια θεωρεί ότι αντιμετωπίζει. Ήδη από το 2015 με την κατάρρευση της ειρηνευτικής διαδικασίας στο Κουρδικό και την επανέναρξη της ένοπλης σύγκρουσης, όμως ιδιαίτερα μετά την πραξικοπηματική απόπειρα του Ιουλίου 2016, η τουρκική κυβέρνηση βρίσκεται σε μια διαδικασία αναθεώρησης της πολιτικής εθνικής ασφάλειας.
Ο κεντρικός πυρήνας των αλλαγών αυτών βασίζεται στην πεποίθηση ότι οι απειλές – κατασκευασμένες ή πραγματικές – που αντιμετωπίζει η Τουρκία θα πρέπει να αντιμετωπίζονται στην «πηγή» τους. Δηλαδή σε περιοχές εκτός συνόρων της χώρας. Η αντιμετώπιση των απειλών «εκτός συνόρων» παραπέμπει σε ένα είδος «προληπτικής επέμβασης». Αρχικά αυτή η πολιτική δοκιμάστηκε πιο συγκεκριμένα με τις τρεις στρατιωτικές επιχειρήσεις της Τουρκίας σε συριακά εδάφη. Η επιχείρηση «Ασπίδα του Ευφράτη», «Κλάδος Ελαίας» και «Πηγή Ειρήνης» που ακολούθησαν την απόπειρα πραξικοπήματος, αποτέλεσαν το πρώτο παράδειγμα «εξαγωγής» της πολιτικής ασφάλειας, η οποία βασίστηκε σε μια εν πολλής αντι-κουρδική συμμαχία. Η προέκταση όλων αυτών με διαφορετικά διπλωματικά, πολιτικά και στρατιωτικά μέσα, καθρεφτίζεται στο δόγμα της «γαλάζιας πατρίδας» και αφορά στους ανταγωνισμούς στην Ανατολική Μεσόγειο. Μέσα από αυτό το πλέγμα και σε συγκυρίες μιας γενικότερης μεταβατικής περιόδου, η Άγκυρα δείχνει αποφασισμένη να μετατρέπει τη στρατιωτική της ισχύ σε δομικό μέρος της εφαρμογής της περιφερειακής της πολιτικής. Δεν είναι καθόλου τυχαίο το γεγονός ότι πέραν της Ανατολικής Μεσογείου και της Κύπρου ειδικά, ο στρατός έχει δραστηριότητα και παρουσία σε περιοχές όπως το Ιράκ, η Συρία, το Κατάρ, η Σομαλία και τα Βαλκάνια.
- Και στο κάδρο μπαίνει και η Γαλλία ως αντίβαρο στην Τουρκία…
-Στο επόμενο επίπεδο διακρίνονται οι ιδεολογικοί άξονες μέσα από τους οποίους η Τουρκία αντιλαμβάνεται τις εξελίξεις στην εν λόγω περιοχή. Σήμερα στον πολιτικό λόγο της τουρκικής κυβέρνησης η Γαλλία παρουσιάζεται ως μια νέο-αποικιακή δύναμη προσανατολισμένη στην εκμετάλλευση του φυσικού πλούτου μιας περιοχής που δεν της ανήκει. Το ελληνικό κράτος παρουσιάζεται ως ένας αδύνατος κρίκος δρώντας, ως ένα «όργανο» της Ε.Ε. που χειραγωγείται με στόχο τον αποκλεισμό της Τουρκίας από την Ανατολική Μεσόγειο. Με αυτό τον τρόπο το ελληνικό κράτος δεν αντιμετωπίζεται ως «υποκείμενο» αλλά ως μια προέκταση «εχθρικών συμφερόντων».
Σε ό,τι αφορά στην Κύπρο, η γενικότερη αντίληψη περί αντιμετώπισης των απειλών «εκτός συνόρων» δημιουργεί νέες πολυπλοκότητες. Γιατί στην κυπριακή περίπτωση, τα κατεχόμενα εδάφη αντιμετωπίζονται όχι μόνο ως χώρος που η Τουρκία θα πρέπει να προστατεύει, αλλά και ως χώρος στον οποίο η Τουρκία θα διασφαλίζει μέρος της εθνικής της ασφάλειας. Με λίγα λόγια τα κατεχόμενα κυπριακά εδάφη αντιμετωπίζονται ως δομικό μέρος της νέας γεωπολιτικής ταυτότητας που προσπαθεί να οικοδομήσει η Τουρκία. Αυτή η τάση εκφράζεται και στο υλικό επίπεδο, τόσο μέσα από τους σχεδιασμούς για νέες στρατιωτικές υποδομές, όσο και μέσα από τους σχεδιασμούς «κανονικοποίησης» του διχοτομικού πλαισίου με πιθανό άνοιγμα των Βαρωσίων εκτός των πλαισίων των ψηφισμάτων του ΟΗΕ.
-Οπως είπε και ο Γάλλος Πρόεδρος, ο Τούρκος Πρόεδρος δεν παίρνει από λόγια, μόνο με πράξεις μπορούν να του απαντούν. Υπάρχει όντως κάποια ισχυρή δύναμη που να είναι σε θέση να αναχαιτίσει τις επιθετικές του δράσεις; Ο Ερντογάν είναι η εξαίρεση του κανόνα στο διεθνές πολιτικό σκηνικό. Στο εσωτερικό της χώρας του καταπατά τα ανθρώπινα δικαιώματα, συλλαμβάνει και φυλακίζει από ακαδημαϊκούς και αντιπάλους μέχρι και δημοσιογράφους. Και ελέγχει τα μέσα ενημέρωσης. Κανένας ισχυρός δεν ενοχλείται, σε αντίθεση με το πώς αντιδρούν σε άλλες χώρες και για άλλους ηγέτες.
-Η άνοδος της αυταρχικότητας στην Τουρκία δεν είναι μοναδικό φαινόμενο ούτε για την ίδια τη χώρα, αλλά ούτε και για τη διεθνή κατάσταση. Αντίθετα σήμερα βλέπουμε ότι η μέθοδος διακυβέρνησης που ακολουθεί ο Έρντογαν, παρουσιάζει πολλά κοινά με άλλες χώρες. Επομένως η εξουσία στην Τουρκία σήμερα όντως μπορεί να παρουσιάζει χαρακτηριστικά εξαίρεσης, χωρίς όμως πλέον να υπάρχει σε παγκόσμιο επίπεδο μια τάξη πραγμάτων που να επιβάλλει κάποια χαρακτηριστικά κανονικότητας. Ίσως μάλιστα αυτός να είναι και ο λόγος που εξουσίες πολλών ισχυρών χωρών – με τα ίδια ή παρόμοια αυταρχικά χαρακτηριστικά – να μην μπορούν ή και να μην επιθυμούν να επιβάλουν το «κανονικό» στην Τουρκία.
Οι βαθύτερες παγκόσμιες μετακινήσεις και η γενικότερη άνοδος του αυταρχισμού γεννούν νέα συμφέροντα και νέους ανταγωνισμούς. Συνεπώς δημιουργούνται και οι προϋποθέσεις νέων συμμαχιών. Γι’ αυτό τον λόγο και η Τουρκία ακολουθεί μια πιο «αποσπασματική» πολιτική συνεργασιών αναλόγως των θεμάτων που θέλει να προωθήσει σε κάθε περίπτωση ξεχωριστά. Ωστόσο, σε καμιά περίπτωση δεν θα πρέπει να αποκλειστεί η πιθανότητα της διαπραγμάτευσης χωρίς αναγκαστικά αυτή να οδηγεί στην οριστική επίλυση της κρίσης.
Η πιθανότητα αυτή δεν θα πρέπει να αποκλειστεί γιατί υπάρχει η προηγούμενη εμπειρία της διακυβέρνησης Ερντογάν: Η συγκεκριμένη εξουσία είναι χαρακτηριστική της ευκολίας με την οποία προσαρμόζεται σε νέες συμμαχίες και ανάγκες. Είναι επίσης χαρακτηριστική της αλλαγής πολιτικών συμμαχιών και πολιτικών εργαλείων σε συγκυρίες που κατανοεί ότι οι αλλαγές αυτές χρειάζονται για την επιβίωση και αναπαραγωγή της.
Ερωτηματικό ο βαθμός αντοχής του στην εξουσία
-Μια Τουρκία ταραξίας στην περιοχή, που βγάζει επιδεικτικά τη γλώσσα στις όποιες παρατηρήσεις ή προειδοποιήσεις δέχεται, μπορεί να επανέλθει σε μια κανονικότητα, δεδομένου ότι ο Ερντογάν έχει ανεβάσει πολύ ψηλά τον πήχη των απαιτήσεων του; Κι ασφαλώς είναι εξαιρετικά δύσκολο να τις μαζέψει.
-Όπως έχει προαναφερθεί η γνωστή «κανονικότητα» που επικρατούσε για πολλές δεκαετίες, πλέον αμφισβητείται. Μάλιστα για πάρα πολλούς μελετητές του παγκόσμιου συστήματος, η πανδημία του κορωνοϊού έχει γεννήσει προοπτικές ανατροπών με τρόπο που να δημιουργούνται πλέον «νέες κανονικότητες». Όμως είναι γεγονός ότι τουλάχιστον στο παρόν στάδιο εκείνο που φαίνεται περισσότερο να επικρατεί είναι η ένταση των αυταρχικών τάσεων που ήδη άρχισαν να εμπεδώνονται με την παγκόσμια κρίση του 2008. Οι εσωτερικές δυναμικές στην Τουρκία και οι έντονες προσπάθειες για κάποιες αλλαγές στο οικονομικό μοντέλο της χώρας παρουσιάζουν κάποια «μόνιμα χαρακτηριστικά».
Δηλαδή οι αλλαγές που επιδιώκει ο Ερντογάν έχουν δομικό και όχι συγκυριακό χαρακτήρα. Συνεπώς από τη μια είναι εφικτό να υποστηρίξει κάποιος ότι οι μεγάλες απαιτήσεις της κυβέρνησης της Τουρκίας μπορούν να «μειωθούν» σε περίπτωση διαλόγου στα θέματα της Ανατολικής Μεσογείου.
Όμως από την άλλη, αυτές οι προσδοκίες θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη ότι η χώρα βρίσκεται σε συνθήκες κρίσης και μετάβασης, παράγοντας που εντατικοποιεί και την ανάγκη του Έρντογαν να σταθεροποιήσει τις αλλαγές που πέτυχε μέχρι σήμερα. Και αυτό αφορά τόσο στις αλλαγές στο εσωτερικό της χώρας, όσο και στους στόχους της σε σχέση με την περιφερειακή της θέση. Το μεγάλο και προς το παρόν αναπάντητο ερωτηματικό παραμένει να είναι ο βαθμός αντοχής της εξουσίας σε συνθήκες οικονομικής αποσταθεροποίησης και έντασης των κοινωνικών δυναμικών που αντιπολιτεύονται τον Έρντογαν.
Παραμένει κεντρικός άξονας παρά τη φθορά
Στο εσωτερικό της Τουρκίας πώς εισπράττει ο κόσμος όλα αυτά τα νταηλίκια του Ερντογάν, με δεδομένο ότι η τουρκική οικονομία περνά νέα δοκιμασία και η τουρκική λίρα κλυδωνισμούς; Η κατάσταση της οικονομίας παίζει και ποιο ρόλο στη διαμόρφωση αυτού του πολεμικού σκηνικού από τον Ερντογάν;
-Ένα από τα χαρακτηριστικότερα στοιχεία της κοινωνίας στην Τουρκία είναι η πόλωση σε πολιτισμικούς άξονες, δηλαδή η βαθιά διαίρεση στη βάση του τρόπου ζωής, αξιών και νοοτροπιών. Είναι γεγονός ότι η κοινωνία έχει μοιραστεί σε υποστηριχτές και αντίπαλους του ίδιου του Έρντογαν, ο οποίος παρά τη φθορά συνεχίζει να αποτελεί τον κεντρικό άξονα της πολιτικής δραστηριότητας. Σε συνθήκες οικονομικής κρίσης όπως αυτή που βιώνει η Τουρκία από το 2018 και μετά, η πολιτισμική πόλωση γίνεται ακόμα πιο έντονη και σε μερικές περιπτώσεις καταφέρνει να θολώσει τα ουσιαστικά προβλήματα και την κοινωνική αδικία. Σ’ αυτό το σημείο λοιπόν θα ήταν απαραίτητο να μελετηθεί η σημασία της «πολιτισμικοποίησης της πολιτικής διαδικασίας». Δηλαδή της διαδικασίας εκείνης που ως τακτική της εξουσίας στοχεύει στη μεταφορά της αντιπαράθεσης σε ζητήματα που δεν σχετίζονται με την περιθωριοποίηση, την ανισότητα και γενικά την κοινωνική ιεραρχία. Ο Έρντογαν επιδιώκει να συντηρήσει την αντιπαράθεση σε ένα δίπολο «εμείς εναντίον των άλλων», όπου οι εχθρικοί «άλλοι» καθορίζονται σχεδόν αποκλειστικά με κριτήρια κουλτούρας, πολιτισμού, αξιών και τρόπου ζωής. Οι μερίδες της κοινωνίας με κοσμικά χαρακτηριστικά, η κατακερματισμένη αριστερά, το κουρδικό κίνημα, ακόμα και θρησκευόμενοι που διαφωνούν με την κυβέρνηση, παρουσιάζονται ως «προδότες», ως απειλή για την «επιβίωση του κράτους». Και είναι αλήθεια ότι αυτή η τακτική εντατικοποιείται σε συνθήκες οικονομικής στασιμότητας. Την ίδια στιγμή που η κυβέρνηση αποφασίζει την παράταση του μέτρου υποχρεωτικής άδειας άνευ απολαβών εις βάρος χιλιάδων εργαζομένων στον τομέα της βιομηχανίας, την ίδια στιγμή που απαγορεύει ή/και καταστέλλει απεργιακές κινητοποιήσεις ως «απειλές ενάντια στην εθνική ασφάλεια και τη δημόσια υγεία», προχωρεί σε πολιτικές όπως η μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί και στην ένταση του πολεμικού λόγου για την Ανατολική Μεσόγειο. Μέσα από αυτά προσπαθεί να μειώσει το πεδίο της δημοκρατικής αντιπαράθεσης για τα θέματα της καθημερινής επιβίωσης της πλειοψηφίας της κοινωνίας. Όσο συνεχίζεται η αδυναμία της αντιπολίτευσης να επαναφέρει την αντιπαράθεση στα ουσιαστικά ζητήματα, τόσο περισσότερο αυτού του είδους η πόλωση θα χαρακτηρίζει την πολιτική διαδικασία.
Η Άγκυρα επενδύει σε όλους τους αντιπάλους του Ακιντζί
-Να πάμε και στο θέμα των κατεχομένων. Βλέπουμε μια συμπόρευση όλων με τον Ερντογάν. Κανένας πολιτικός και κανένα κόμμα δεν διαφοροποιείται. Πώς διαβάζετε το όλο σκηνικό; Έχουμε και την αναμέτρηση του Οκτωβρίου στα κατεχόμενα. Τελικά ο «παίχτης» της Άγκυρας είναι ο Ερσίν Τατάρ; Και ο Οζερσάι;
-Αντίθετα, εάν εξαιρεθεί το ζήτημα του φυσικού αερίου, η σημερινή συγκυρία στα κατεχόμενα έχει από πολλές απόψεις στρατηγικής σημασίας αντιπαραθέσεις. Τις προηγούμενες δεκαετίες η αντιπαράθεση Τουρκοκυπρίων – Τουρκίας εκφραζόταν πίσω από την αντιπαράθεση μεταξύ των υποστηρικτών μιας ομοσπονδιακής λύσης και αυτών που υποστήριζαν λύση δύο κρατών. Σήμερα η αντιπαράθεση διεξάγεται χωρίς «κωδικές ονομασίες» και συνθήματα.
Το θέμα της αλλαγής των σχέσεων της Τουρκίας με την κοινότητα τίθεται στον δημόσιο χώρο «από μόνο του». Είναι το βασικό θέμα της επικείμενης ψηφοφορίας για την ανάδειξη του ηγέτη των Τουρκοκυπρίων. Ο βασικός λόγος για τη συγκεκριμένη εξέλιξη είναι η εξής δυναμική: Σε συνθήκες ανυπαρξίας θετικών προοπτικών για τη λύση του Κυπριακού, μεγάλα τμήματα της τουρκοκυπριακής κοινότητας επαναφέρουν ακόμα πιο έντονα την απειλή που συνιστά η παρεμβατικότητα της Άγκυρας σε σχέση με την επιβίωση της κοινότητας ως αυτόνομης από την Τουρκία πολιτικής οντότητας στην Κύπρο.
Στη βάση του γεωπολιτικού οράματος που αναπτύσσει η Τουρκία το τελευταίο διάστημα σε σχέση με τον ρόλο που μπορούν να έχουν τα κατεχόμενα για τη δική της «ασφάλεια», η Άγκυρα επενδύει σε όλους σχεδόν τους αντίπαλους του Ακιντζί. Ιδιαίτερα στους υποψήφιους της τουρκοκυπριακής δεξιάς.
ΕΠΙ ΤΑΠΗΤΟΣ Η ΑΜΜΟΧΩΣΤΟΣ
-Η υπόθεση της Αμμοχώστου είναι στοιχείο κομβικό για τα πάρα πέρα βήματα στο Κυπριακό. Τι πληροφορίες υπάρχουν για το άνοιγμα της περίκλειστης πόλης;
-Από την άποψη της τουρκικής πολιτικής είναι κομβικό στοιχείο, διότι περιλαμβάνει τον στόχο περαιτέρω κανονικοποίησης της διχοτόμησης και μεταφέρει μέρος του Κυπριακού προβλήματος σε πλαίσια εκτός της πολιτικής ηγεσίας της ελληνοκυπριακής κοινότητας. Είναι μια πολιτική που επιδιώκει να απευθυνθεί (χωρίς διαμεσολάβηση) στους Ελληνοκύπριους και να επιβάλει μια δυναμική διευθέτησης πτυχών της λύσης, έξω από τα πλαίσια του διαλόγου. Νέες πληροφορίες πέραν των ήδη δημοσιοποιημένων δεν υπάρχουν, ωστόσο το μέγεθος της εμπλοκής της Άγκυρας και οι επεξεργασίες που γίνονται παραπέμπουν σε ένα θέμα που θα βρίσκεται συνεχώς στην ημερήσια διάταξη ανεξαρτήτως της δημόσιας αντιπαράθεσης.
Συνέντευξη στην Ανδρούλα Ταραμουντά. Εφημερίδα Ο Φιλελεύθερος, 6 Σεπτεμβρίου 2020.