Πως πεθαίνουν οι φτωχοί στην Τουρκία; 

211827

Στις 5 Νοεμβρίου 2019, η αστυνομία έφτασε στο διαμέρισμα μετά από το τηλεφώνημα του μπακάλη της γειτονιάς στην περιοχή Φάτιχ της Κωνσταντινούπολης. Στην εξώπορτα βρήκε αναρτημένο το εξής σημείωμα: «Μην εισέλθετε στο διαμέρισμα. Έχει κυάνιο. Τηλεφωνήστε άμεσα στην αστυνομία». Η ειδική ομάδα άνοιξε την πόρτα και βρέθηκε ενώπιον τεσσάρων πτωμάτων. Ήταν τα τέσσερα αδέρφια της οικογένειας Γετισκίν που αυτοκτόνησαν. Από τα τέσσερα αδέρφια ηλικίας 48, 54, 56 και 60, τα τρία ήταν άνεργοι εδώ και κάποια χρόνια. Αποφάσισαν να μοιραστούν το διαμέρισμα εξαιτίας της οικονομικής κρίσης. Η Όγια, καθηγήτρια μουσικής και η μοναδική από τα αδέρφια που εργαζόταν, δεν μπορούσε πλέον να βοηθήσει στην ικανοποίηση των βασικών αναγκών. Λόγω χρεών το μεγαλύτερο μέρος του μισθού της ήταν υπό κατάσχεση. Τους τελευταίους μήνες δεν μπόρεσαν να πληρώσουν ούτε το λογαριασμό του ηλεκτρικού ρεύματος, ούτε του νερού. Ούτε ακόμα και την λίστα βερεσέ του μπακάλη, η οποία τον Οκτώβριο έφτασε τις 2.260 τουρκικές λίρες, περισσότερες από τον κατώτατο μισθό του 2019 στην Τουρκία που καθορίστηκε στις 2.020 τουρκικές λίρες.

Τέσσερις μέρες μετά, στις 9 Νοεμβρίου στην πόλη Αντάλια ανακαλύφθηκαν τα πτώματα ακόμα μιας οικογένειας. Από τις ελάχιστες πληροφορίες του Τύπου φαίνεται ότι ο πατέρας Σελίμ Σιμσέκ, 36 χρονών, έδωσε κυάνιο στην σύζυγο και στα δύο ανήλικα τους παιδιά και αμέσως μετά αυτοκτόνησε. Στο δισέλιδο σημείωμα που άφησε εξηγούσε τις οικονομικές δυσκολίες της οικογένειας και τέλειωνε με την εξής φράση: «Ζητώ από όλους συγγνώμη. Δεν μπορώ να κάνω κάτι άλλο. Δίνουμε τέλος στη ζωή μας».

Τα δύο τραγικά περιστατικά συγκλονίζουν σήμερα την κοινωνία της Τουρκίας και έγιναν αφορμή για να επανέλθει στην καθημερινή συζήτηση το δεδομένο της φτώχειας και το φαινόμενο των αυτοκτονιών ως δύο αλληλοτροφοδοτούμενα στοιχεία. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της Στατιστικής Υπηρεσίας της Τουρκίας το 2018 καταγράφηκαν 3161 αυτοκτονίες. Οι συντριπτική πλειοψηφία των αυτόχειρων είναι άντρες. Ενώ οι βασικότερες αιτίες είναι τρεις: η αδυναμία ικανοποίησης προσωπικών οικονομικών αναγκών, η αδυναμία ικανοποίησης βασικών οικονομικών αναγκών της οικογένειας ή κάποιας βαριάς μορφής ασθένεια. Ένα επιπλέον σημαντικό στοιχείο είναι η σταθερή αύξηση των αυτοκτονιών από το 2008, δηλαδή μετά την παγκόσμια οικονομική κρίση. Ήδη από την περίοδο 2011-2012 και μετά οι αυτοκτονίες ετησίως είναι πάνω από 3000.

Η διεύρυνση των κοινωνικών ανισοτήτων

Η φτώχεια λοιπόν στην Τουρκία σκοτώνει. Έστω και αν η πλειοψηφία των ΜΜΕ, στοιχισμένη στις γραμμές της κυβέρνησης Έρντογαν, επιδίωξε να αποπολιτικοποιήσει το ζήτημα των αυτοκτονιών, είναι γεγονός ότι οι συνέπειες της οικονομικής αποσταθεροποίησης έχουν δημιουργήσει κοινωνικά ρήγματα που δεν μπορούν πλέον να «κρύβονται». Τον Οκτώβριο του 2019 το όριο της πείνας στη χώρα έφτασε στις 2.058 τουρκικές λίρες (περίπου 345 ευρώ). Αυτό σημαίνει ότι μια τετραμελής οικογένεια πρέπει να διαθέτει μηνιαίως το συγκεκριμένο ποσό μόνο για να θρέφεται με τα απολύτως βασικά τρόφιμα. Την ίδια περίοδο του 2018, το όριο της πείνας ήταν 1.893 τουρκικές λίρες. Από το 2003 μέχρι και το 2019, το όριο της πείνας στην Τουρκία αυξήθηκε κατά 4.6 φορές. Αντίστοιχα το όριο της φτώχειας αυξήθηκε στις 6.705 τουρκικές λίρες, ποσό που χρειάζεται με τετραμελής οικογένεια για να ικανοποιήσει τις βασικότερες της ανάγκες κάθε μήνα. Στην σημερινή Τουρκία της κρίσης είναι σχεδόν αδύνατο για μια οικογένεια με δύο κατώτατους μισθούς να ζήσει αξιοπρεπώς.

Η οικονομική θέα της χώρας γίνεται ακόμα πιο σκληρή εάν αναλογιστεί κανείς ότι πίσω από τους αριθμητικούς υπολογισμούς υπάρχει μια ολόκληρη κοινωνία 16 εκατομμυρίων ανθρώπων που ζουν στο όριο της πείνας ήδη από τα τέλη του 2018. Τον Οκτώβριο του 2019 οι άνεργοι στην Τουρκία έφτασαν στα 4.5 εκατομμύρια, από τους οποίους τα 2.8 είναι άνεργοι ηλικίας 15-34 χρονών. Η ανεργία στην νεολαία έφτασε έτσι στο υψηλότερο της σημείο σε ολόκληρη την ιστορία του σύγχρονου τουρκικού κράτους.

Αυτές οι πραγματικότητες ξεπερνούν το πέπλο της πόλωσης ταυτοτήτων που θέλει να συντηρεί η εξουσία. Διάφορα άρθρα στον φιλοκυβερνητικό Τύπο επιδίωξαν να υποβαθμίσουν τις πρόσφατες αυτοκτονίες. Προσπάθησαν να αποκόψουν την τραγική κατάληξη των δύο οικογενειών από την κοινωνικοοικονομική τους κατάσταση. Για παράδειγμα η εφημερίδα Σαμπάχ αφιέρωσε πολλές σελίδες για τα ψυχολογικά προβλήματα των αυτοχείρων και τα προώθησε ως «μεμονωμένα γεγονότα». Η ισλαμιστική εφημερίδα Γιενί Ακίτ προχώρησε ακόμα ένα βήμα υπογραμμίζοντας ότι η κακή ψυχολογική κατάσταση και ο αποπροσανατολισμός των θυμάτων ήταν αποτελέσματα της αθεΐας τους. Όμως είναι επίσης γεγονός ότι η βαθιά ανισότητα που ενισχύεται τα τελευταία χρόνια παράγει νέες πολιτικές δυναμικές.

Το νέο στοιχείο που διαφαίνεται είναι η διάρρηξη της τεχνητής ομογενοποίησης των ψηφοφόρων του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης. Εντός της εκλογικής βάσης του κυβερνώντος κόμματος εκφράζονται πλέον ακόμα πιο ξεκάθαρα οι εντάσεις μεταξύ των κατώτερων εισοδηματικά στρωμάτων και των νέων οικονομικών ελίτ. Η συγκεκριμένη ένταση φυσικά διευρύνεται σε ολόκληρη της κοινωνία της Τουρκίας. Σύμφωνα με το ετήσιο οικονομικό πρόγραμμα της προεδρίας για το 2020 που δημοσιεύθηκε πρόσφατα, η κοινωνική ανισότητα περιγράφεται ως εξής: Στα τέλη του 2018 το φτωχότερο 20% του πληθυσμού της Τουρκίας κατείχε το 6.1% του συνολικού εισοδήματος. Την ίδια περίοδο, το πλουσιότερο 20% του πληθυσμού κατείχε το 47.5% του εθνικού εισοδήματος.

Το νέο πρόσωπο του φτωχού και ο «εκδημοκρατισμός» των δανείων

Παρακολουθώντας κάποιος τα πλάνα φωτογραφιών και οικογενειακών στιγμών των ανθρώπων που έδωσαν τέλος στη ζωή τους, εύκολα θα μπορούσε να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι όντως η αιτία των αυτοκτονιών δεν ήταν η φτώχεια. Καλοντυμένοι άνθρωποι, σε αξιοπρεπή διαμερίσματα μοντέρνων οικισμών. Το βιογραφικό τους μαρτυρούσε άτομα με σχετικά υψηλή μόρφωση και εργαζόμενους σε τομείς που δεν έχουν καμιά σχέση με την παραδοσιακή χειρωνακτική εργασία. Για παράδειγμα ο Σελίμ Σιμσέκ ήταν τεχνικός ηλεκτρονικών υπολογιστών. Μια επιφανειακή ματιά δεν μπορούσε να παραπέμψει στην «κλασσική εικόνα» του φτωχού στην Τουρκία. Οι αυτόχειρες δεν ήταν άνθρωποι που έψαχναν τις νύχτες στα σκουπίδια για να βρουν φαγητό. Κανένας δεν τους είδε άστεγους να κοιμούνται στα παγκάκια των πάρκων της Κωνσταντινούπολης και της Αντάλια. Κι’ όμως ήταν άνθρωποι που ανήκαν στην κατηγορία του νέου τύπου φτωχού που παράγει ο νεοφιλελευθερισμός. Εγκλωβισμένοι στον φαύλο κύκλο της ανασφάλιστης και περιστασιακής εργασίας, πλήρως εξαρτημένοι από τα τραπεζικά χρέη, οι άνθρωποι αυτοί δεν διαφοροποιούνταν από τους υπόλοιπους ανειδίκευτους εργάτες στο μέγεθος των κοινωνικών τους αδιεξόδων. Τα τραπεζικά χρέη δεν ήταν ένα οικονομικό πρόβλημα, αλλά ένα οντολογικό ζήτημα.

Η επέκταση του τραπεζικού τομέα και κυρίως η ενίσχυση των δυνατοτήτων του στην παραχώρηση εύκολων καταναλωτικών δανείων, ήταν ανάμεσα στα κεντρικά χαρακτηριστικά της οικονομικής πολιτικής Έρντογαν. Ήδη από το 2003 και μετά η κυβέρνηση της Τουρκία προχώρησε σε ένα περιεκτικό πρόγραμμα δανειοδοτικών διευκολύνσεων, μέσα από τις οποίες επιτεύχθηκε η χρηματοπιστωτική ενσωμάτωση πλατιών μαζών των εργαζομένων. Δηλαδή η ενσωμάτωση των μισθωτών εργαζομένων και των φτωχότερων στρωμάτων του πληθυσμού στο χρηματοπιστωτικό σύστημα. Σε ένα χώρο που τις προηγούμενες δεκαετίες ήταν ιδιαίτερα «απόμακρος και άγνωστος» για τα συγκεκριμένα στρώματα της κοινωνίας στην Τουρκία.

Για παράδειγμα την περίοδο 2005-2013 εφτά εκατομμύρια άνθρωποι με μηνιαίο εισόδημα μέχρι 2000 τουρκικές λίρες (δηλαδή στα όρια του κατώτατου μισθού) κατάφεραν να εξασφαλίσουν καταναλωτικά δάνεια. Μόνο το 2016 αυτή η κατηγορία δανειοδοτημένων ήταν πάνω από 4.5 εκατομμύρια άνθρωποι. Η δανειοδότηση των φτωχότερων στρωμάτων του πληθυσμού με εισόδημα 0-1000 τουρκικές λίρες την περίοδο 2001-2013 αυξήθηκε κατά 10 φορές. Τα άτομα αυτή της κατηγορίας εισοδημάτων που πήραν δάνειο έφτασαν τα 4 εκατομμύρια. Το 2005 άτομα με μηνιαίο εισόδημα μέχρι και 5000 τουρκικές λίρες αποτελούσαν το 40% των ληπτών τραπεζικών δανείων, το 2010 αποτελούσαν το 75% και το 2016 ήταν το 70% του συνόλου των δανείων που παραχωρήθηκαν.

Η διεύρυνση της δυνατότητας παραχώρησης πιστώσεων και η διευκόλυνση των καταναλωτικών δανείων, έφεραν την ενίσχυση της κατανάλωσης των μεσαίων και χαμηλότερων εισοδηματικών στρωμάτων. Δημιουργήθηκε το μαζικό αίσθημα της προστασίας και βελτίωσης της αγοραστικής δύναμης μεγάλου μέρους της κοινωνίας. Η «χρηματοπιστωτική ενσωμάτωση» των φτωχότερων στρωμάτων του πληθυσμού ήταν με λίγα λόγια στρατηγικής σημασίας. Αυτό το μέρος της κοινωνίας δεν είχε καταφέρει να αυξήσει τα εισοδήματα του, όμως μπορούσε υπό προϋποθέσεις να συνεχίσει μια «βιώσιμη κατανάλωση». Διατηρούσε σε σχετικό βαθμό την ικανότητα του να καταναλώνουν μέσα από τα δάνεια. Όμως την ίδια στιγμή η διευκόλυνση της καταναλωτικής δυνατότητας των πιο ευάλωτων ομάδων του πληθυσμού μέσα από δάνεια, συνέβαλε στην ολοκληρωτική απώλεια της δυνατότητας διαχείρισης του μέλλοντος τους. Έθεσε σκληρά όρια και κατευθύνσεις στην καθημερινότητα τους. Καθόρισε τις επιλογές τους και τελικά αυτοί οι άνθρωποι τέθηκαν «υπό την διαχείριση των δικών τους δανείων». Με αυτό τον τρόπο η εμβάθυνση της οικονομικής κρίσης από το καλοκαίρι του 2018, τα φαινόμενα της μαζικής ανεργίας, της καταστολής των συντεχνιών και της ολικής αδυναμίας αποπληρωμής των δανείων, ξεδίπλωσαν σταδιακά όλες τις προϋποθέσεις ούτως ώστε τα συγκεκριμένα κοινωνικά στρώματα «να χτυπήσουν στους βράχους» και να βυθιστούν. Οι πρόσφατες αυτοκτονίες ίσως είναι μεταξύ άλλων οι κατακερματισμένες μορφές της κοινωνικής έκρηξης, η οποία δεν έχει την δυνατότητα οργανωμένης και πολιτικής έκφρασης.

Οι «τρομοκράτες της οικονομίας» και ο οικονομικός πόλεμος του Έρντογαν

Μια μέρα μετά την δημοσιοποίηση της αυτοκτονίας στην Κωνσταντινούπολη, η αρθρογράφος Ντιλέκ Γκιούνγκιορ της Σαμπάχ αποκάλυψε ότι η κυβέρνηση προετοιμάζει νομικά μέτρα εναντίον αυτών που επιδιώκουν να επηρεάσουν αρνητικά την τουρκική οικονομία. Κάτω από τον χαρακτηριστικό τίτλο «Κάηκαν οι βοσκοί οι ψεύτες», αναφέρθηκε σε πρόσωπα που με τις δημόσιες τους παρεμβάσεις και την χρήση διαστρεβλωμένων οικονομικών στοιχείων επιδιώκουν να προκαλέσουν ζημιά στην οικονομία. Όπως υπογράμμισε, αυτές οι ενέργειες πλέον θα διώκονται με νομικά μέτρα. Στις 7 Νοεμβρίου 2019, ο Υπουργός Οικονομικών Μπεράτ Άλμπαϊράκ σε ομιλία του ενώπιον επιχειρηματιών και βιομηχάνων στην πόλη Όρντου, ανέφερε τα εξής: «Δεν υπάρχει καμιά διαφορά μεταξύ αυτών που βλέπουμε να κάνουν τις τρομοκρατικές επιθέσεις και αυτών που βάζουν μπροστά στο όνομα τους ιδιότητες οικονομολόγου, αναλυτή κλπ. και προσπαθούν να φοβίσουν το έθνος και να δημιουργήσουν ψεύτικες αντιλήψεις για την οικονομία της χώρας μας διεθνώς».

Η αδυναμία ξεπεράσματος της οικονομικής κρίσης, σε συνδυασμό με την ένταση του αυταρχισμού επανέφερε στο προσκήνιο την έννοια του «οικονομικού πολέμου». Η έννοια αυτή λειτουργεί ήδη από το καλοκαίρι του 2018 ως ένα είδος καθεστώτος έκτακτης ανάγκης μέσα στο οποίο απαραίτητη είναι η «επιστράτευση» και όχι η αντιπολίτευση. Σε συγκυρίες έκτακτης ανάγκης στις οποίες η οικονομική κρίση θεωρείται ένα είδος επίθεσης από ξένες δυνάμεις, η κριτική αντιμετώπιση της οικονομικής πολιτικής καταντά «εθνική προδοσία».

Ήδη από τον Σεπτέμβριο του 2018 η φιλοκυβερνητική εφημερίδα Γιενί Σιαφάκ είχε προειδοποιήσει ως εξής: «Η οικονομική επίθεση είναι πολιτική και γεωπολιτική επίθεση… Είναι μια νέα έκδοση παλαιότερων επιθέσεων. Όπως έγινε και μετά τη 15η Ιουλίου, έτσι και τώρα απέναντι στην οικονομική επίθεση πρέπει να εφαρμοστεί ένα είδος ‘έκτακτης ανάγκης’, να καλλιεργηθεί ένα περιβάλλον επιστράτευσης. Είναι προϋπόθεση ένας αποφασιστικός αγώνας εναντίον εκείνων που εκτρέφουν την επίθεση από το εσωτερικό». Υπό αυτή την έννοια, το επόμενο χρονικό διάστημα υπάρχει πιθανότητα έντασης ενός νέου κύματος καταστολής κοινωνικών κινημάτων διαμαρτυρίας, απεργιακών κινητοποιήσεων και συντεχνιών. Εάν επιβεβαιωθούν οι αναλύσεις που υπογραμμίζουν ότι δεν υπάρχουν σοβαρά περιθώρια ανάκαμψης της οικονομίας τον επόμενο χρόνο, τότε το πεδίο των εργασιακών σχέσεων θα αποτελέσει ίσως το κυρίαρχο ζήτημα της πολιτικής αντιπαράθεσης.

Η επόμενη φάση της κοινωνιολογίας της Τουρκίας

Ένας από τους πολλούς σύγχρονους λαϊκούς μύθους της Τουρκίας που περιγράφουν τα χαρακτηριστικά της κάθε συγκυρίας διηγείται το εξής: Μετά το πραξικόπημα του 1980 ο φτωχός θρησκευόμενος Μουσουλμάνος περπατά στις περιοχές των νεόκτιστων μοντέρνων πολυκατοικιών των κοσμικών ελίτ της Κωνσταντινούπολης. Βλέπει στο παράθυρο ενός τέτοιου διαμερίσματος την καλοντυμένη κυρία και της λέει: «Μια μέρα σε εκείνο το διαμέρισμα θα ζούμε εμείς». Τα αισθήματα εκδίκησης που αναπαρήγαγε η περιθωριοποίηση των συντηρητικών στρωμάτων του πληθυσμού τελικά δεν διαμόρφωσαν ένα περιεκτικό πολιτικό πρόγραμμα άρσης της κοινωνικής αδικίας. Αντίθετα συνέβαλαν ούτως ώστε η ανάγκη επικράτησης της δικαιοσύνης να είναι επιλεκτική και αποσπασματική. Η δικαιοσύνη του ενός να ταυτίζεται με την αδικία του άλλου.

Όπως δείχνει η οικονομική κρίση των τελευταίων χρόνων στην Τουρκία, η βασική πολιτική θέση της κυβέρνησης Έρντογαν δεν ήταν η κατάργηση ή η άμβλυνση των ανισοτήτων, αλλά η αντικατάσταση των ρόλων εντός της ίδιας κοινωνικής ιεραρχίας. Στην ακριβώς απέναντι όχθη των αυτοκτονιών, βρίσκεται η πολυτέλεια και το εύκολο κέρδος που προσφέρει στις νέες ισλαμικές οικονομικές ελίτ η διασύνδεση τους με την εξουσία Έρντογαν. Η νεόπλουτη «ισλαμική μπουρζουαζία» δεν έχει πλέον κανένα ηθικό φραγμό ούτε στην αναπαραγωγή του εύκολου κέρδους, ούτε και στην δημόσια επίδειξη της χλιδής. Πρωτοκλασάτα στελέχη του κυβερνώντος κόμματος και τα παιδιά των κρατικών αξιωματούχων παρελαύνουν πλέον καθημερινά σε δεξιώσεις στα πολυτελή ξενοδοχεία των μεγαλουπόλεων. Κάνουν την προσευχή τους πέντε φορές την μέρα με την ίδια ακριβώς ευκολία που διοργανώνουν γάμους με σπατάλες εκατομμυρίων.

Το μονόπετρο δακτυλίδι μερικών εκατοντάδων χιλιάδων τουρκικών λιρών που φόρεσε στο νεογέννητο βρέφος της, η μαντηλοφορούσα σύζυγος ανώτερου γραφειοκράτη του ΑΚΡ πρόσφατα, ήταν μόνο η κορυφή του παγόβουνου της κοινωνικής διαφοροποίησης. Γιατί πλέον έγινε ξεκάθαρο ότι ανάμεσα στις θρησκευόμενες γυναίκες που μπορούσε κάποιος να δει μαζικά σε κοινές κινητοποιήσεις διαμαρτυρίας την δεκαετία του 1990, πλέον επικρατεί κοινωνική και οικονομική άβυσσος. Με βάση αυτά τα δεδομένα και λαμβανομένης υπόψη της εμφάνισης νέων φιλοισλαμικών και κεντροδεξιών σχηματισμών, το επόμενο χρονικό διάστημα θα δείξει ποια είναι εκείνα τα κοινωνικά στρώματα που παραμένουν προσκολλημένα στην εξουσία. Θα δείξει επίσης και ποιοι είναι οι λόγοι που άλλα στρώματα της συντηρητικής Δεξιάς πιθανόν να επιλέξουν άλλους προσανατολισμούς.

 

Νίκος Μούδουρος

Λέκτορας, Τμήμα Τουρκικών και Μεσανατολικών Σπουδών

Πανεπιστήμιο Κύπρου

Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Ο Φιλελεύθερος στις 8 Δεκεμβρίου 2019

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s

Αρέσει σε %d bloggers: