Η επινόηση παραδόσεων στην Τουρκία του Έρντογαν

i-epinoisi-paradoseon-stin-tourkia-tou-erntogan

Ο μύθος της «εθνικής συμφωνίας» και τα κοινωνικά ρήγματα που προκαλεί

Ο ιστορικός Έρικ Χομπσμπαουμ διέκρινε ότι το κράτος, η κοινωνία και το έθνος, συνέκλιναν με πεδίο ανάδυσης των παραδόσεων, μέσω των θεσμών εκπαίδευσης, των δημόσιων τελετουργιών και της μαζικής παραγωγής δημόσιων μνημείων. Οι «επινοημένες παραδόσεις», έγραφε ο ίδιος, είναι εκείνες που είτε επινοήθηκαν πραγματικά και τελικά θεσπίστηκαν επίσημα, είτε άλλες που αναδύονται με λιγότερο εύκολα ανιχνεύσιμο τρόπο. Σε κάθε περίπτωση, οι «επινοημένες παραδόσεις» αποτελούν ένα σύνολο πρακτικών που συνήθως αποσκοπούν στην καθιέρωση ορισμένων αξιών και κανόνων συμπεριφοράς μέσω της επανάληψης. Όμως τι σχέση μπορεί να έχουν τα προαναφερθέντα με την Τουρκία σήμερα; Οι θεωρητικές εξεργασίες του Χομπσμπαουμ σε σχέση με την έννοια της «επινόησης των παραδόσεων», βρίσκουν ολοκληρωμένη έκφραση στην προσπάθεια του Έρντογαν και του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ) να γράψουν μια νέα ιστορία για τη χώρα. Η προσπάθεια αυτή δεν είναι νέα, όμως είναι γεγονός ότι η αποτυχία του πραξικοπήματος στις 15 Ιουλίου 2016 έχει επιταχύνει καθοριστικά την υλοποίηση του στόχου. Μάλιστα η ίδια η νύχτα της 15ης Ιουλίου με ότι αυτή πλέον συμβολίζει σε πολιτικό επίπεδο, είναι ίσως το καθοριστικότερο δομικό κομμάτι της «επινόησης παραδόσεων» στην εξέλιξη της νέας ιστοριογραφίας που διεκδικεί το ισλαμικό κίνημα της Τουρκίας.

Η επινόηση των παραδόσεων στον τουρκικό δημόσιο χώρο

Η μία από τις τρεις γέφυρες του Βοσπόρου έχει μετονομαστεί σε «γέφυρα των μαρτύρων της 15ης Ιουλίου». Η ιστορική πλατεία Κιζίλαϊ της Άγκυρας μετονομάστηκε σε «πλατεία μαρτύρων και δημοκρατίας 15ης Ιουλίου». Το βομβαρδισμένο από τους πραξικοπηματίες κομμάτι του κτιρίου της Εθνοσυνέλευσης ήδη είναι κεντρικό σημείο επίσημων επισκέψεων ξένων κρατικών αξιωματούχων, ενώ σύμφωνα με τον πρόεδρο του σώματος, Ισμαήλ Καχραμάν, ένα μέρος του θα γίνει «μουσείο Δημοκρατίας». Οι τουρκικές αερογραμμές αποφάσισαν να δώσουν σε οκτώ αεροπλάνα του στόλου τους, τα ονόματα των οκτώ περιοχών της Άγκυρας και της Κωνσταντινούπολης στις οποίες έγιναν οι πιο αιματηρές συγκρούσεις το βράδυ της 15ης Ιουλίου. Δημόσιες αίθουσες και στάσεις λεωφορείων σε όλη την Τουρκία, πήραν τα ονόματα ανθρώπων που έχασαν τη ζωή τους αντιστεκόμενοι στους πραξικοπηματίες. Το μητροπολιτικό δημαρχείο της Κωνσταντινούπολης έχει δημιουργήσει το «κοιμητήριο των προδοτών» για τους επίδοξους χουντικούς. Η έναρξη του νέου σχολικού έτους 2016-2017 στις 19 Σεπτεμβρίου, σηματοδοτήθηκε από τη διοργάνωση εβδομαδιαίων αναπαραστάσεων του πραξικοπήματος και της αντίστασης, ενώ σε όλους τους μαθητές πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης δόθηκαν δωρεάν μπροσούρες του Υπουργείου Παιδείας που εξηγούν την πραξικοπηματική απόπειρα. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει η οδηγία του Υπουργού Εθνικής Παιδείας Ισμέτ Γιλμάζ, οι εκδηλώσεις εντός των σχολικών μονάδων «θα πρέπει να αναδεικνύουν την σημασία της δημοκρατίας, της εθνικής ενότητας, της αγάπης προς την πατρίδα και της αξίας υπεράσπισής της, καθώς και τη σημασία της θυσίας για την πατρίδα». Ο κατάλογος με τις αλλαγές που επιφέρει η κυβέρνηση ΑΚΡ σε σχέση με την επιβολή ενός συγκεκριμένου περιεχομένου για την απόπειρα πραξικοπήματος είναι πράγματι ανεξάντλητος. Είναι όμως και χαρακτηριστικός της ανάγκης του Έρντογαν και του ΑΚΡ να θέσουν τις βάσεις μιας «νέας ιστορίας», η οποία μέσα από τη διήγηση της αντίστασης του «μουσουλμανικού έθνους» ενάντια στο πραξικόπημα, θα επινοεί παραδόσεις νομιμοποίησης των επόμενων πολιτικών τους επιλογών.

Η αντίσταση στο πραξικόπημα ως ο «δεύτερος απελευθερωτικός πόλεμος»

Είναι γεγονός ότι η προσπάθεια του Έρντογαν για επινόηση παραδόσεων και εστιών ιστορικής νομιμοποίησης με επίκεντρο τη νύχτα της 15ης Ιουλίου, προκύπτει ως αναγκαιότητα μιας πολύ δύσκολης πραγματικότητας. Η πραξικοπηματική απόπειρα αν και αποτυχημένη, είχε σοβαρότατες συνέπειες σχεδόν σε όλους τους θεσμούς του κράτους. Το ΑΚΡ κατανόησε με τον πιο σκληρό τρόπο ότι η επιρροή του σε δομές εξουσίας μπορεί να αμφισβητηθεί ολοκληρωτικά. Η αγωνία αυτή οδήγησε σε επιτάχυνση της ενίσχυσης της εξουσίας Έρντογαν σε όλα τα επίπεδα, ενώ το «κυνήγι μαγισσών» αποδεικνύει ότι σήμερα στη χώρα κυριαρχεί η υποψία, ο ψίθυρος και ο φόβος. Τα κενά εξουσίας εντός του κράτους λοιπόν σε πρακτικό επίπεδο υπολογίζεται ότι θα καλυφθούν από ένα είδος επανίδρυσης και παλινόρθωσης. Όμως σε ιδεολογικό επίπεδο, η κυβέρνηση και ο πρόεδρος της χώρας χρειάζονται μια νέα «ηρωική αφήγηση» που θα διευρύνει την κοινωνική τους στήριξη και επιρροή.

Το περιεχόμενο με το οποίο το ΑΚΡ επιβάλλει μια συγκεκριμένη ανάγνωση των πρόσφατων εξελίξεων, είναι πολύ ενδεικτικό της ποιότητας των νομιμοποιητικών στοιχείων που χρειάζεται από τη σύγχρονη ιστορία της Τουρκίας. Για παράδειγμα στις 27 Αυγούστου πριν από την έναρξη της συνεδρίας του Ανώτατου Στρατιωτικού Συμβουλίου, ο Πρωθυπουργός Μπίναλι Γιλντιρίμ έγραψε στο βιβλίο μηνυμάτων στο Μαυσωλείο Ατατούρκ τα εξής: «Στις 15 Ιουλίου η Τουρκία εξήλθε νικήτρια στο δεύτερο απελευθερωτικό πόλεμο. Το έθνος μας έδειξε ότι δεν πρόκειται να παραδώσει τη βούληση του σε κανένα κέντρο κηδεμονίας». Ο συμβολισμός της αναφοράς σε δεύτερο απελευθερωτικό πόλεμο είναι αξεπέραστος: Το ισλαμικό κίνημα της Τουρκίας επιβεβαιώνει την υιοθέτηση της ανεξαρτησιακής πτυχής του κεμαλισμού. Το πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου ήταν μια «ξένη εισβολή» και συνεπώς η κοινότητα Γκιουλέν αποτελεί ένα «ξένο στοιχείο» που υπηρετεί κυρίως αν όχι αποκλειστικά τα συμφέροντα δυτικών δυνάμεων. Ο Ιμπραχίμ Καράγκιουλ της ισλαμικής εφημερίδας Γενί Σιαφάκ έγραψε στις 29 Αυγούστου τα εξής χαρακτηριστικά: «Αυτό με το οποίο είμαστε αντιμέτωποι σήμερα δεν είναι μια απόπειρα πραξικοπήματος της κοινότητας Γκιουλέν. Είναι η πρώτη ένδειξη μιας εισβολής… Είναι το πρώτο στάδιο μιας ανοιχτής επίθεσης, ενός πολέμου ενάντια στην Τουρκία. Θέλουν να κλείσουν τις σελίδες της ιστορίας της Ανατολίας. Θέλουν να κλείσουν το βιβλίο της ιστορίας των Σελτζούκων και των Οθωμανών. Αυτός είναι και ο λόγος που ξεκίνησαν τη νέα σταυροφορία».

Η «νέα ιστορία» απαιτεί μια νέα «εθνική συμφωνία»…

Όπως και σε άλλες περιπτώσεις στην παγκόσμια ιστορία, έτσι και στην Τουρκία σήμερα, η περιγραφή των πραξικοπηματιών ως μια ξένη «δύναμη κατοχής», ανοίγει ταυτόχρονα και το πλαίσιο των προσπαθειών για τη λεγόμενη εθνική ενότητα. Το ΑΚΡ και ο Έρντογαν συνειδητοποίησαν άμεσα ότι λόγο της σχετικής διεθνούς απομόνωσης της χώρας, χρειάζονταν τη διεύρυνση του εσωτερικού μετώπου ηγεμονίας τους. Η συγκεκριμένη προσπάθεια ονομάστηκε «εθνική συμφωνία». Αρχικά η λεγόμενη εθνική συμφωνία συμπεριέλαβε τον Γκιουλέν ως ένα «εχθρό του κράτους και του έθνους», η αντιμετώπιση του οποίου χρειαζόταν τη συμμετοχή όλων των «εθνικών δυνάμεων». Με λίγα λόγια, αυτή η πολιτική γραμμή εξέφραζε αμέσως μετά το πραξικόπημα την αναζήτηση συναίνεσης μεταξύ διαφορετικών πολιτικών δυνάμεων για την αντιμετώπιση των βασικών τραυμάτων που άφησε πίσω της η 15η Ιουλίου. Η πρακτική υλοποίηση της εθνικής συμφωνίας κορυφώθηκε με την συνάντηση των προέδρων των τριών μεγάλων κοινοβουλευτικών κομμάτων με τον Έρντογαν στο προεδρικό μέγαρο στην Άγκυρα. Εξελίχθηκε αργότερα με την παρουσία του Πρωθυπουργού, το προέδρου του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος, Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου, του προέδρου του Κόμματος Εθνικιστικής Δράσης, Ντεβλέτ Μπαχτσιελί και του αρχηγού των ενόπλων δυνάμεων στο συλλαλητήριο των πέντε εκατομμυρίων στις 7 Αυγούστου στην πλατεία Γιενίκαπι της Κωνσταντινούπολης.

Όπως γίνεται κατανοητό, η λεγόμενη εθνική συμφωνία που ήθελε να κατοχυρώσει ο Έρντογαν, ήταν από την αρχή «ημιτελής». Ήταν χτισμένη σε ένα αντικουρδικό προσανατολισμό ολοκληρωτικού αποκλεισμού του Δημοκρατικού Κόμματος των Λαών. Μαζί με τον Γκιουλέν, η «εθνική συμφωνία» συμπεριέλαβε την ανάγκη καταστολής ολόκληρου του κουρδικού κινήματος, τόσο εντός Τουρκίας, όσο και στις βόρειες περιοχές της Συρίας. Το κουρδικό κίνημα, στα πλαίσια της κυρίαρχης ανάγνωσης της «εθνικής συμφωνίας», δεν αποτελεί νόμιμη «εθνική δύναμη». Αντίθετα, χαρακτηρίζεται ως «προδοτική», ως υπηρετούσα «ξένων συμφερόντων», όπως ακριβώς και ο Γκιουλέν. Μάλιστα όπως φάνηκε στη συνέχεια, η «εθνική συμφωνία» επεκτεινόταν σταδιακά και σε μέτρα καταστολής ευρύτερων τμημάτων της αντιπολίτευσης ενάντια στον Έρντογαν όπως οι διάφορες εκφράσεις της Αριστεράς, οι αντιπολιτευόμενοι διανοούμενοι, οι ακτιβιστές δάσκαλοι και καθηγητές. Επομένως η πρώτη προσπάθεια υλοποίησης μιας τέτοιας συμφωνίας, χαρακτηρίστηκε από βασικούς πολιτικούς στόχους όπως η εκκαθάριση του κράτους από την κοινότητα Γκιουλέν, η διεύρυνση της κοινοβουλευτικής νομιμοποίησης του καθεστώτος έκτακτης ανάγκης, καθώς και η ενίσχυση της κοινωνικής στήριξης στις νέες ένοπλες συγκρούσεις με το ΡΚΚ εντός και εκτός τουρκικών εδαφών.

Μια τακτική που έρχεται από το παρελθόν

Η τακτική που ακολουθεί ο Έρντογαν για να διευρύνει την εσωτερική του ηγεμονία στη βάση μιας «εθνικής συμφωνίας», δεν είναι καθόλου άγνωστη στην ιστορία της παραδοσιακής τουρκικής δεξιάς. Η έννοια της εθνικής συμφωνίας είναι άλλωστε μια προσπάθεια αναδιάταξης των συμμαχιών του ΑΚΡ και του Έρντογαν. Σύμφωνα με την ιστορική εμπειρία τα μεγαλύτερα πολιτικά κόμματα του συγκεκριμένου χώρου στην Τουρκία, διαθέτουν ισχυρά αντανακλαστικά προσαρμογής των συμμαχιών τους σε κάθε συγκυρία και με στόχο τη διατήρηση και διεύρυνση της επιρροής τους. Διαχρονικά στο επίκεντρο των συμμαχιών αυτών των κομμάτων ήταν οι βασικές έννοιες της ιδεολογίας της τουρκικής δεξιάς, οι οποίες αναλόγως περιστάσεων αλλάζουν ένταση και χαρακτηρίζονται από ρευστότητα. Πρόκειται για το Ισλάμ, τον εθνικισμό και το συντηρητισμό. Για παράδειγμα στα τέλη της δεκαετίας του 1950, το Δημοκρατικό Κόμμα του Μεντερές προχώρησε στη συγκρότηση του «μετώπου της πατρίδας». Στα μέσα της δεκαετίας του 1970, το Κόμμα Δικαιοσύνης του Ντεμιρέλ δημιούργησε τις κυβερνήσεις του «εθνικιστικού μετώπου». Τόσο στις προηγούμενες δεκαετίες, όσο και στη σημερινή συγκυρία, η αναδημιουργία των πολιτικών και ιδεολογικών συμμαχιών στο χώρο της δεξιάς γίνονται τη στιγμή της μείωσης ή της αμφισβήτησης της ηγεμονίας αυτών των κομμάτων. Στο παράδειγμα του ΑΚΡ, η απώλεια της μονοκομματικής κυβέρνησης στις εκλογές του Ιουνίου 2015, αλλά και το πρόσφατο πραξικόπημα, ήταν χαρακτηριστικές δυναμικές αμφισβήτησης. Παράλληλα θα πρέπει να σημειωθεί ότι στην περίπτωση του ΑΚΡ, το Ισλάμ έχει σαφώς ένα κεντρικότερο ρόλο που όμως δεν αποκλείει καθόλου τη συμβίωση με τον εθνικισμό. Με αυτό τον τρόπο, το κυβερνών κόμμα απευθύνεται με σχετική άνεση τόσο σε σύνολα όπως το Κόμμα Εθνικιστικής Δράσης, όσο και στην εθνικιστική πτέρυγα του Ρεπουμπλικανικού που ενδιαφέρεται κυρίως για την πολιτική ενάντια στους Κούρδους.

Δεν είναι λοιπόν παράξενο που σήμερα στην Τουρκία, ο πολιτικός λόγος περί της λεγόμενης εθνικής συμφωνίας μετατρέπεται σε κυρίαρχο ρεύμα δραστηριοποίησης. Σύμφωνα με τις επιδιώξεις του ΑΚΡ, η «συμφωνία» αυτή θα έπρεπε να αποτελεί ένα είδος «εθνικής πιστοποίησης» των δυνάμεων που αποδέχονται να ενταχθούν σε αυτή, αλλά παράλληλα και μια δίοδος αποκλεισμού των δυνάμεων που αντιδρούν ή αντιστέκονται στο αυταρχικό περιεχόμενο που δίνει ο Έρντογαν. Συνεπώς οι δυνάμεις που επέλεξαν να μην ενταχθούν ή προαποκλείστηκαν από την «εθνική συμφωνία», είναι και οι δυνάμεις που σήμερα θυματοποιούνται από την καταστολή και τις επιχειρήσεις εκκαθαρίσεων.

Πως καταρρέει νομοτελειακά η «εθνική συμφωνία»

Ο βαθύτερος ιδεολογικός χαρακτήρας, αλλά και ο τρόπος συγκρότησης των νέων παραδόσεων της χώρας, καθώς και του προγράμματος περί μιας «εθνικής συμφωνίας», μετατράπηκαν σε δυναμικές αμφισβήτησης των συγκεκριμένων στόχων του Έρντογαν. Ο άμεσος και βίαιος τρόπος αποκλεισμού του κουρδικού κινήματος, γέννησε την αναγκαιότητα για το ΑΚΡ να απευθυνθεί έστω και σε κάποιο βαθμό στα κοσμικά τμήματα της κοινωνίας και στο Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα, το οποίο βεβαίως δε συμπεριλαμβάνει μόνο εθνικιστές. Ο ρόλος του δεύτερου μεγαλύτερου κόμματος ήταν σε αυτό το σημείο καθοριστικός. Η συμπερίληψη του σε ένα είδος «εθνικού μετώπου» υποτίθεται ότι θα μπορούσε να φέρει και κάποιες παραχωρήσεις της εξουσίας προς τις ανησυχίες των κοσμικών και σοσιαλδημοκρατικών ομάδων του πληθυσμού. Στο παρόν στάδιο κάτι τέτοιο δε φαίνεται να υλοποιείται. Αντίθετα μετά από κάποιο διάστημα η κυβέρνηση της Τουρκίας επιστρέφει – όντως με πιο αργούς ρυθμούς – σε πολιτικές ενίσχυσης της δημόσια παρουσίας της θρησκείας, καθώς και σε στρατηγικές αναδιαμοιρασμού του κεφαλαίου στην οικονομία. Η άμεση αλλαγή των εργασιακών σχέσεων με την προώθηση του μοντέλου των προσωπικών συμβολαίων και της «πληρωμής με το κομμάτι» ακόμα και στη δημόσια υπηρεσία, ήταν εξελίξεις που έθεσαν σοβαρά ερωτηματικά για την βούληση του Έρντογαν να υιοθετήσει μερικές έστω ανησυχίες των πολιτικών του αντιπάλων.

Πέραν του κουρδικού κινήματος που βρίσκεται πλέον σε μια διαρκή κινητοποίηση διαμαρτυρίας, στις 5 Σεπτεμβρίου ο πρόεδρος του Ρεπουμπλικανικού ξεκαθάρισε ότι διαφωνεί με τη μέθοδο διακυβέρνησης μέσα από κυβερνητικά διατάγματα έκτακτης ανάγκης και κατηγόρησε τον Έρντογαν ότι εκμεταλλεύεται το πραξικόπημα για ενίσχυση της εξουσίας του. Την αμέσως επόμενη μέρα η κοινοβουλευτική ομάδα του Ρεπουμπλικανικού ανακοίνωσε την έναρξη των διαδικασιών για να παραπέμψει ένα μεγάλο μέρος των κυβερνητικών διαταγμάτων του καθεστώτος έκτακτης ανάγκης στο Συνταγματικό Δικαστήριο με στόχο την ακύρωσή τους. Όπως φαίνεται από τις εξελίξεις στο εσωτερικό της Τουρκίας, ο αντιδημοκρατικός τρόπος προσδιορισμού της λεγόμενης εθνικής συμφωνίας τελικά έγινε και ο λόγος της αμφισβήτησης της σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα. Είναι γεγονός ότι η λαϊκή αποδοχή του Έρντογαν σταθεροποιείται σε ψηλά επίπεδα μετά το πραξικόπημα. Όμως είναι επίσης αλήθεια ότι οι νέες τάσεις που παρουσιάζει η αντιπολίτευση, ιδιαίτερα έτσι όπως εκφράζεται στην ευρύτερη Αριστερά και στο κουρδικό κίνημα, αποκτούν καθοριστική σημασία για το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα.

 

Νίκος Μούδουρος

Δρ. Τουρκικών και Μεσανατολικών Σπουδών

Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Ο Φιλελεύθερος, 25 Σεπτεμβρίου 2016

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s

Αρέσει σε %d bloggers: