Derviş Eroğlu: Ο «λύκος» της κομματικής ίντριγκας και του παρασκηνίου. Αρχικά αποτέλεσε την επιλογή Denktaş ενάντια στους αντιπάλους του στο Κόμμα Εθνικής Ενότητας. Αργότερα ο ίδιος ο Eroğlu ήταν αυτός που «εξανάγκασε» τον Denktaş σε αποχώρηση και στη δημιουργία του Δημοκρατικού Κόμματος. Πολιτικός που έχτισε την πορεία του σε πλήρη ταύτιση με την ιδιότυπη κρατική οικοδόμηση μετά το 1974. O Eroğlu δημιούργησε ένα τεράστιο δίκτυο πελατειακών σχέσεων και προσωπικής εξουσίας, πολλές φορές παρά τους σχεδιασμούς της Άγκυρας. Η αντιπαράθεση του με τον Erdoğan σε σχέση με τη δημιουργία της επιτροπής αποζημιώσεων πριν λίγα χρόνια, καταγράφηκε στη δημόσια σφαίρα ως μια από τις σοβαρότερες. Άλλωστε ο διαμοιρασμός των ε/κ περιουσιών ήταν μια βασική συνιστώσα της πολιτικής οικονομίας των χωριστών δομών από το 1974 και μετά. Σήμερα κατέρχεται στις εκλογές ως υπέρμαχος των διαπραγματεύσεων. Το βασικό του μήνυμα επικεντρώνεται ουσιαστικά στην πλήρη ομαλοποίηση της σημερινής κατάστασης, η οποία θα διασφαλίζει την ενσωμάτωση των Τ/Κ στη διεθνή πραγματικότητα χωρίς τον αναγκαίο διαμοιρασμό εξουσίας σε μια ομοσπονδία και με ελάχιστες ανακατατάξεις σε ζητήματα εδαφικού-πληθυσμού. Ξεκίνησε την προεκλογική του εκστρατεία ως το φαβορί. Όμως η μεταβατική περίοδος που βιώνει η Τ/Κ κοινότητα, αναγκάζει σε δεύτερες σκέψεις. Το σύνθημα για εκλογές ενός γύρου δε συγκεντρώνει τον ενθουσιασμό της κατακερματισμένης κεντροδεξιάς, ενώ η δυναμική της «κρυφής ψήφου» που καταγράφει ο δρόμος και όχι οι δημοσκοπήσεις, φαίνεται να λειτουργούν τις τελευταίες εβδομάδες ως κινητήριος μοχλός αύξησης των πιθανοτήτων ήττας του σε ένα δεύτερο γύρο. Συνεχίζει να αντιμετωπίζει – έστω και σε μειωμένο βαθμό – τα προβλήματα που δημιουργεί η κακή κατάσταση των δύο μεγάλων κομμάτων που τον υποστηρίζουν (Κόμμα Εθνικής Ενότητας και Δημοκρατικό). Ωστόσο ακριβώς λόγω των δυνατοτήτων των συμφερόντων του κύκλου του, κανένας δεν τον θεωρεί «εύκολο αντίπαλο».
Sibel Siber: Η υποψήφια του Ρεπουμπλικανικού Τουρκικού Κόμματος αποτελεί από πολλές απόψεις το «νέο στάδιο» των αλλαγών/αντιπαραθέσεων μεταξύ των διαφορετικών ιδεολογικών ρευμάτων εντός του κόμματος. Είναι η πρώτη φορά ιστορικά που το Ρεπουμπλικανικό αποφάσισε να θέσει ως επιλογή μια προσωπικότητα που δε φέρει μαζί της τις παραδόσεις του «ιδρυτικού πνεύματος» του κόμματος σε ότι αφορά στο Κυπριακό: τη λύση διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας. Η Siber προέρχεται από το Δημοκρατικό Κόμμα και εντάχθηκε στις «Ενωμένες Δυνάμεις» του Ρεπουμπλικανικού τα τελευταία χρόνια ως έκφραση του ανοίγματος προς την κεντροδεξιά. Η εσωκομματική αντιπάράθεση – ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα των εκλογών – θα δείξει τελικά εάν το «άνοιγμα» προς την κεντροδεξιά μετατρέπεται στη νέα φυσιογνωμία του Ρεπουμπλικανικού. Πάντως στα τελευταία στάδια της προεκλογικής η Siber έδειξε να υιοθετεί τις παραδοσιακές προγραμματικές θέσεις του κόμματος. (Ένδειξη ίσως των επιρροών που ασκούνται από μια μεγάλη μερίδα της βάσης του κόμματος). Στα πλεονεκτήματα της καταγράφεται η «μη εμπολή» της με το παραδοσιακό τ/κ κατεστημένο. Στα μειονεκτήματα της καταγράφεται η κακή οργανωτική και πολιτική κατάσταση του Ρεπουμπλικανικού.
Mustafa Akıncı: Ο υποψήφιος που συγκεντρώνει τις περισσότερες πιθανότητες συσπείρωσης των δυναμικών των «υπόγειων ρευμάτων» της κοινότητας. Η προεκλογική του εκστρατεία αλλά και η ευρύτερη του παρέμβαση τα τελευταία χρόνια βρίσκεται σε ταύτιση με τον εκσυγχρονισμό της κοινοτικής διεκδίκησης για αξιοπρέπεια και πολιτικη ισότητα έναντι της Άγκυρας. Ο λόγος που ανέπτυξε ο Akıncı συνδέει το κίνημα της περιόδου 2002-2003 με αυτό του 2011, στο επίκεντρο των οποίων βρέθηκε η αγωνία για προστασία της κυπριακής διάστασης της ταυτότητας των Τ/Κ. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι ο ίδιος ο Akıncı προέρχεται από κλασικές συνομοσπονδιακές θέσεις, οι οποίες εκφράστηκαν από το χώρο του Κόμματος Κοινοτικής Σωτηρίας τη δεκαετία του 1980. Όμως θα πρέπει επίσης να καταγραφεί ότι από ένα σημείο και μετά, τόσο το βασικό κόμμα που τον υποστηρίζει (Κόμμα Κοινοτικής Δημοκρατίας), όσο και ο ίδιος, ταυτίζονται πλήρως με τις πιο φιλοπρόοδες ομοσπονδιακές θέσεις της κοινότητας. Το ποσοστό που θα συγκεντρώσει – είτε στον πρώτο γύρο, είτε σε ενδεχόμενη παρουσία του στο δεύτερο γύρο – αποτελεί την πιο ολοκληρωμένη έκφραση της αντιπαράθεσης και του νέου πλαισίου σχέσεων μεταξύ Τ/Κ και Άγκυρας ιδιαίτερα έτσι όπως εξελίσσονται μετά τα δημοψηφίσματα του 2004. Οι δυναμικές της συγκεκριμένης υποψηφιότητας ως συνέχεια των ανατροπών του προηγούμενου καλοκαιριού (δημοτικές και δημοψήφισμα), μάλλον μετατρέπονται σε ποιοτικές ενδείξεις του «νέου» τύπου εθνο-κοινοτικής έκφρασης της Τ/Κ κοινότητας συνολικά.
Kudret Özersay: Εκπροσωπεί τουλάχιστον ένα μέρος της νέας δεξιάς ελίτ των Τ/Κ έτσι όπως εμφανίζεται κυρίως στα μέσα της δεκαετίας του 1990. Επιδίωξε να συσπειρώσει τη γενικότερη απογοήτευση της κοινότητας από τη γενικευμένη κρίση του πολιτικού συστήματος. Εμφανίζεται με θέσεις προσανατολισμένες στην ενίσχυση των εξουσιών των κρατιδίων και όχι της κεντρικής κυβέρνησης σε μια πιθανή λύση του Κυπριακού. Προσπαθεί να αναδείξει περισσότερο τη χειραφέτηση ενός «τ/κ λαού» τόσο απέναντι από την Άγκυρα, αλλά ιδιαίτερα απέναντι από την ε/κ κοινότητα. Η πρόταση του για άνοιγμα των Βαρωσίων υπό Τ/Κ διοίκηση είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα. Το ποσοστό που θα κερδίσει μπορεί υπό προϋποθέσεις να επηρεάσει τον τελικό νικητή των εκλογών. Σίγουρα όμως θα επηρεάσει το άμεσο μέλλον της τ/κ δεξιάς και τις ισορροπίες μεταξύ του παλιού «πνεύματος της ΤΜΤ» και των νεοφιλελεύθερων αντιλήψεων.
Νίκος Μούδουρος
14 Απριλίου 2015