Του Αχμέτ Ινσέλ*
«Η πιθανότητα να είναι αλήθεια οι τηλεφωνικές συνδιαλέξεις που λέγεται ότι έγιναν στις 17 και 18 Δεκεμβρίου (2013) ανάμεσα στον Πρωθυπουργό Ταγίπ Ερντογάν και τον γιό του, δεν είναι μικρότερη από την πιθανότητα οι συνδιαλέξεις αυτές να είναι προϊόν πλαστογραφίας. Καθώς στην Τουρκία κυριαρχούσε από πάντα ένα δικαστικό σύστημα που έχει ενστερνιστεί την προστασία του κράτους και των κέντρων ισχύος παρά την δικαιοσύνη και καθώς με τις πρόσφατες παρεμβάσεις του ΑΚΡ το δικαστικό σύστημα έχει χάσει παντελώς κάθε πειστήριο ότι μπορεί να είναι δίκαιο, κανείς δεν είναι δυνατόν να υποστηρίξει ότι η δικαιοσύνη θα μας φωτίσει περί του τι είναι αλήθεια και τι ψέμα.
Είναι ενδεχόμενο ότι τις επόμενες μέρες θα βγουν στο διαδίκτυο και άλλα οπτικοακουστικά στοιχεία που θα ‘αποκαλύπτουν’ την ύπαρξη παράνομου εισοδήματος και παράνομων πράξεων του Πρωθυπουργού και του στενού του κύκλου. Και ο Πρωθυπουργός θα απαντήσει στην επίθεση με επίθεση. Θα προσφύγει στις δυνατότητες που [του] παρέχουν οι αλλαγές στο νόμο για το Ίντερνετ και στο νόμο για το Ανώτατο Συμβούλιο Δικαστών και Εισαγγελέων, προσθέτοντας και τις δυνατότητες που θα [του] παρέχει επίσης ο νέος νόμος για την Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών (ΜΙΤ) που πιθανότητα θα τεθεί σε ισχύ τις επόμενες ημέρες, θα προσφύγει σε επιχειρήσεις πάταξης ‘ενός κύκλου’ που η κυβέρνηση ορίζει ως ‘παράλληλη δομή’.
Οικογενειακή ΕΠΕ
Έχω σημειώσει σε προηγούμενα άρθρα μου ότι ο Πρωθυπουργός και το στενό του περιβάλλον βρίσκονται σε ένα πανικό ενόχων από τις 17 Δεκεμβρίου. Δεν είναι δύσκολο να διαπιστώσει κανείς ότι ο πανικός αυτός όσο πάει και αυξάνει. Το πιο ξεκάθαρο σημάδι είναι ότι ο Πρωθυπουργός δεν μπόρεσε να πει ότι δεν είχε κάνει τέτοιες τηλεφωνικές συνδιαλέξεις με το γιό του αλλά αντέταξε τον ισχυρισμό της πλαστογραφίας, ενώ αμέσως μετά είπε «υπέκλεψαν ακόμη και συνδιαλέξεις από κρυπτογραφημένες συσκευές». Αφήνουμε στη άκρη το ερώτημα κατά πόσο μπορεί ο γιός του Πρωθυπουργού που δεν έχει καμιά επίσημη ιδιότητα να χρησιμοποιεί κρυπτογραφημένη συσκευή τηλεφώνου που λέγεται ότι δίνεται στα ανώτατα στελέχη του κράτους. Παρατηρείται εδώ και αρκετό καιρό ότι η Πρωθυπουργία εργάζεται σαν μια οικογενειακή εταιρία περιορισμένης ευθύνης. Εφόσον η συνομιλία από κρυπτογραφημένη συσκευή μπορεί να υποκλαπεί μόνο από μια τρίτη επίσης κρυπτογραφημένη συσκευή, τότε, η άμεση απομάκρυνση πέντε εργαζομένων στο τμήμα κρυπτογραφημένων τηλεφώνων του Οργανισμού Επιστημονικών και Τεχνολογικών Ερευνών Τουρκίας (TÜBİTAK), μετατρέπεται σε ένα ‘στοιχείο’ που ενισχύει την άποψη ότι η υποκλοπή που αποκαλύφθηκε είναι αληθινή. Ειδήμονες του θέματος, εξάλλου, τονίζουν πως είναι φυσικό να υπάρχουν κενά στη λύση των κλειδάριθμων στις συνδιαλέξεις με κρυπτογραφημένες συσκευές. Οι ισχυρισμοί περί μοντάζ και ντουμπλάζ δεν αποδυναμώνουν την πιθανότητα να είναι αληθινές οι απομαγνητοφωνήσεις αυτών των συνδιαλέξεων. Η δε συζήτηση του κατά πόσο οι εγγραφές αυτές αποκτήθηκαν με νόμιμο τρόπο, σημαίνει ήδη εξαρχής αποδοχή της πραγματοποίησης της συνδιάλεξης.
Μυστικός εταίρος
Ο Πρωθυπουργός μη αρνούμενος τις συνδιαλέξεις «Αλό, Φατίχ…» που είχαν αποκαλυφθεί νωρίτερα, αντιθέτως, μάλιστα, παρουσιάζοντάς τες ως κανονικές επαφές που μπορεί να κάνει ο επικεφαλής της κυβέρνησης ενός δημοκρατικού κράτους δικαίου, είχε θέσει υπό αίρεση την δημοκρατική νομιμοποίηση του. Σε ένα περιβάλλον όπου έχουν φτάσει στο ζενίθ οι ισχυρισμοί ότι ο Πρωθυπουργός είναι μυστικός εταίρος σε μια σειρά δημοσιογραφικών οργανισμών, η επιβεβαίωση-παραδοχή μιας τέτοιας επαφής ενισχύει τους ισχυρισμούς. Παρόμοια κατάσταση ισχύει και για μια παρατήρηση που υπογραμμίζουν εδώ και μερικά χρόνια αναλυτές διαφορετικών πολιτικών αποχρώσεων που παρακολουθούν από κοντά τα τεκταινόμενα στην Άγκυρα. Ότι δηλαδή οι αποφάσεις, όχι μόνο για πολιτικά θέματα, αλλά σε όλες συναλλαγές που έχουν σχέση με χρήματα, δεν παίρνονται στα υπουργεία αλλά στα κεντρικά γραφεία του ΑΚΡ και ότι την τελική απόφαση την παίρνει ο Πρόεδρος του ΑΚΡ. Σχεδόν φυσικό αποτέλεσμα ενός τέτοιου συγκεντρωτισμού είναι ο αποφασίζων να είναι μυστικός εταίρος στις συναλλαγές αυτές ή να παίρνει μερίδιο από το μελλοντικό κέρδος. Αν στις παρατηρήσεις αυτές προστεθεί η επιχείρηση διάτρησης του εμπάγκο προς το Ιράν –που οι κύκλοι του ΑΚΡ δεν την αρνούνται-, τότε, θέλοντας και μη αποκτά νόημα, για παράδειγμα, η τηλεφωνική συνδιάλεξη στην οποία ο Μπιλάλ Ερντογάν λέει στον πατέρα του «Ήρθε ο Σιτκί μπέης…» και εκείνος του λέει «να μην πάρεις το ποσό που έφερε ο Σιτκί μπέης αν είναι κάτω από τα 10 εκατομμύρια δολάρια που είχε υποσχεθεί να δώσει». Για να πει κανείς μια κι έξω «δεν έγινε κάτι τέτοιο, είναι ψέμα» πρέπει να είναι εξαρτημένος από τον Ερντογάν με μια τυφλή πίστη ή εξαρτημένος με σχέση ισχυρού συμφέροντος από την παραμονή του στην εξουσία.
Σήμερα, ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας, συμπεριλαμβανομένου και ενός τμήματος των τακτικών ψηφοφόρων του ΑΚΡ, δεν πιστεύει ότι ο Ταγίπ Ερντογάν και το στενό περιβάλλον του δεν είναι με κανένα τρόπο αναμεμιγμένοι στα σκάνδαλα. Γνωρίζουμε όμως ότι ο πήχης ανοχής των σκανδάλων για την τουρκική κοινωνία είναι τοποθετημένος ψηλά. Για να μη μιλήσουμε για την αξιολύπητη απόγνωση της μουσουλμάνας συγγραφέα που στην ερώτηση «Τι θα έλεγες αν η κασέτα ήταν αλήθεια;» απαντάει «Θα έλεγα πως ίσως οι θρησκευόμενοι έδωσαν το ζεκιάτ τους στον Πρωθυπουργό για να το δώσει στους φτωχούς». Για το λόγο αυτό φαίνεται ότι δεν είναι μεγάλη η πιθανότητα να τιμωρηθεί το κόμμα του Ταγίπ Ερντογάν στην επόμενη εκλογική αναμέτρηση με μια μεγάλη απώλεια ψήφων, αλλά η πεποίθηση ότι τα χέρια της κυβέρνησης είναι λερωμένα δεν θα χαθεί όποια κι αν είναι τα εκλογικά αποτελέσματα. Επιπλέον, ο Ταγίπ Ερντογάν δημιουργώντας, τάχιστα, με τους νόμους που εκδίδει ένα αστυνομικό κράτος με επίκεντρο την υπηρεσία πληροφοριών και την λογοκρισία, πολλαπλασιάζει με αυτά τα ακραία αυταρχικά διοικητικά μέτρα την εις βάρος του καχυποψία.
Αναζητούνται μέλη και ψηφοφόροι του ΑΚΡ με συνείδηση
Πόσο ακόμα μπορεί να αντισταθεί σε αυτή την απώλεια κύρους και εμπιστοσύνης μιλώντας για πραξικόπημα, εφευρίσκοντας λογής-λογής λόμπι, αρματώνοντας τη γραμμή άμυνας του με αρμοδιότητες κράτους σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης; Η αντίσταση αυτή μπορεί να κρατήσει αρκετό καιρό. Ωστόσο στο εξής το υπ’ αριθμόν ένα στοιχείο αστάθειας για την Τουρκία θα είναι ο Ταγίπ Ερντογάν και ο αγώνας παραμονής του στην εξουσία για να προστατεύσει τον εαυτό του και την οικογένειά του.
Το να μετατρέπεται στο μεγαλύτερο στοιχείο πολιτικής και οικονομικής αστάθειας μια πολιτική προσωπικότητα που υπήρξε για μια περίοδο ισχυρό στοιχείο σταθερότητας στην Τουρκία, δεν είναι κάτι που προσιδιάζει μόνο στη χώρα μας, πρόκειται για μια κατάσταση που τη βρίσκουμε μπροστά μας στα περισσότερα αυταρχικά καθεστώτα. Για να βρει αυτή η αστάθεια λύση εντός της πολιτικής νομιμότητας, οι εκλογές είναι ένα μέσο εκ των ων ουκ άνευ. Δεν είναι όμως επαρκές. Οι ψηφοφόροι και ίσως περισσότερο από αυτούς οι πολιτικοί έχουν ευθύνη να σταματήσουν το χάος που βαθαίνει και τη δίνη της αστάθειας που είναι ικανή να τραβήξει τους πάντες όλο και πιο βαθιά.
Η ευθύνη αυτή δεν βαρύνει μόνο τα κόμματα της αντιπολίτευσης, περισσότερο από αυτά βρίσκεται στους ώμους των βουλευτών, στελεχών, υπουργών με συνείδηση και υπευθυνότητα του ΑΚΡ. Υπάρχουν στην Τουρκία πολλοί λόγοι αστάθειας, αλλά τώρα πλέον στην πρώτη σειρά αυτών των λόγων βρίσκεται ο Ταγίπ Ερντογάν, η οικογένειά του και το στενό περιβάλλον του. Ο παράγοντας αυτός δεν θα αλλάξει όσο αυτή η Εταιρία Περιορισμένης Ευθύνης θα βρίσκεται στην εξουσία».
* Καθηγητής στη Σχολή Πολιτικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Γαλατάσαραϊ της Κωνσταντινούπολης και αρθρογράφου της ‘Ραντικάλ’ στο τακτικό κυριακάτικο ένθετο της εφημερίδας Radikal İki, 2 Μαρτίου 2014.